RSS

Ο Εγκέφαλος και ο Κόσμος του

16 Sep

Ο Εγκέφαλος και ο Κόσμος του  […]Εχουμε δύο εγκεφαλικά ημισφαίρια, συμμετρικά ως προς την ανατομία τους αλλά καθόλου δίδυμα στη λειτουργία τους. Το καθένα αποτελεί την έδρα διαφορετικών επεξεργασιών, συχνά μάλιστα «ανταγωνιστικών» μεταξύ τους. Επιγραμματικά, το αριστερό είναι το ομιλούν ημισφαίριο, έδρα όλων των λειτουργιών του λόγου, το δεξί είναι «βουβό», έδρα οπτικο-χωροταξικών ικανοτήτων. Το αριστερό εκτελεί αναλυτικές επεξεργασίες σειριακού τύπου, το δεξί είναι ολιστικό-συνθετικό, όντας παράλληλου τύπου επεξεργαστής. Το αριστερό μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε «εύθυμο και αισιόδοξο» (λόγω μιας «απογύμνωσης» του συναισθήματος με διαδικασίες λογικού τύπου), ενώ το δεξιό είναι η έδρα των πρωτόγονων αντιδράσεων, της μουσικής, της ονειροπόλησης, της «μεταφοράς» της φαντασίας και της διαίσθησης.

…. Η ασυμμετρία και ο διχασμός μας – Το υποσυνείδητο

Εκτός από τη πλαστικότητα και την σημασία των κρίσιμων περιόδων, ένα άλλο σημαντικό χαρακτηριστικό του εγκεφάλου είναι η ασυμμετρία και η «διχασμένη» του φύση. Οι παρατηρήσεις και κατά καιρούς ερμηνείες του φαινόμενου αυτού χρονολογούνται από τον 19ο ακόμη αιώνα, και ασφαλώς μπορούμε επίσης να αναγνωρίσουμε σε αρχαιότατες συμβολικές παραδόσεις φιλοσοφικού ή θρησκευτικού τύπου αλλά και στην τέχνη, την αναζήτηση και την διαπραγμάτευση αυτής της πτυχής του εαυτού μας.

Το καινούριο είναι ότι η σύγχρονη νευροφυσιολογία έχει και πειραματικά τεκμηριώσει αυτήν την πραγματικότητα, φωτίζοντας με έναν νέο τρόπο την συνολική εμπειρία της ανθρώπινης συνείδησης. Μιας συνείδησης-προϊόν πολλαπλών και πολύπλοκων διαδικασιών, που δεν αντιπροσωπεύονται επαρκώς από την λεκτική μας μαρτυρία. Τα πειραματικά παραδείγματα είναι πολλά και εντυπωσιακά, δυστυχώς ο χώρος μας δεν είναι κατάλληλος για μια πλούσια παρουσίασή τους. Προσπαθώντας να συνοψίσουμε τις βασικές διαπιστώσεις σ αυτό το πεδίο, θα αναφέρουμε επιγραμματικά τις «αρμοδιότητες» και τις ιδιομορφίες του καθενός εγκεφαλικού μας ημισφαιρίου.

Το αριστερό ημισφαίριο είναι κατά κανόνα η έδρα του κέντρου του λόγου στα δεξιόχειρα άτομα (κυρίαρχο ημισφαίριο). Με βάση αυτήν την στατιστικά συχνότερη κατανομή θα αναφερόμαστε στις λειτουργίες των δύο ημισφαιρίων, όχι για να «αμελήσουμε» την ιδιαιτερότητα της δεξιοχειρίας, αλλά για να σχολιάσουμε και αργότερα την ανάγκη μιας διαφορετικής προσέγγισης σ’ αυτήν.

Εχουμε λοιπόν δύο εγκεφαλικά ημισφαίρια, συμμετρικά ως προς την ανατομία τους αλλά καθόλου δίδυμα στη λειτουργία τους. Το καθένα αποτελεί την έδρα διαφορετικών επεξεργασιών, συχνά μάλιστα «ανταγωνιστικών» μεταξύ τους. Επιγραμματικά θα περιγράψουμε το προφίλ του καθένα: Το αριστερό είναι το ομιλούν ημισφαίριο, έδρα όλων των λειτουργιών του λόγου, το δεξί είναι «βουβό», έδρα οπτικο-χωροταξικών ικανοτήτων. Το αριστερό εκτελεί αναλυτικές επεξεργασίες σειριακού τύπου, το δεξί είναι ολιστικό-συνθετικό, όντας παράλληλου τύπου επεξεργαστής. Το αριστερό μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε «εύθυμο και αισιόδοξο» (λόγω μιας «απογύμνωσης» του συναισθήματος με διαδικασίες λογικού τύπου), ενώ το δεξιό είναι η έδρα των πρωτόγονων αντιδράσεων. Ακόμη είναι η έδρα της μουσικής, της ονειροπόλησης, της «μεταφοράς» της φαντασίας και της διαίσθησης. Οφείλουμε βέβαια να υπενθυμίσουμε ότι ακόμη και αν τα βάλουμε να εργαστούν μόνα τους, θα καταλήξουμε σε ίσο βαθμό μετρήσιμης ευφυίας, αλλά οπωσδήποτε μέσω διαφορετικών στρατηγικών. Στο παλαιό δε ζήτημα των διαφορών των δύο φύλων, έρχεται η απάντηση ότι ο θηλυκός εγκέφαλος έχει λιγότερο εξειδικευμένα τα δύο ημισφαίρια, ενώ ο αρσενικός έχει έντονη εξειδίκευση (πλαγίωση) με πιθανή υπεροχή του δεξιού. Αξιο σχολίου είναι λοιπόν ότι με βάση αυτό, οι άντρες δεν διαθέτουν λιγότερη διαίσθηση (με την συνολικότερη έννοια των ολιστικών βουβών διεργασιών και όχι οπωσδήποτε με την έννοια που της δίνει η λαική ψυχολογία), αλλά η διαισθητική τους αυτή διάσταση δεν βρίσκει έκφραση λεκτική, κάτι που είναι προσφορότερο στις γυναίκες.

Και πώς αυτά τα δύο ημισφαίρια επικοινωνούν και συνεργάζονται, πώς είμαστε ένας «εαυτός»; Η επικοινωνία των ημισφαιρίων εξασφαλίζεται με τις νευρικές ίνες του μεσολοβίου, μια «γέφυρα» που αν γκρεμιστεί μας αποκαλύπτει κάτι πολύ εντυπωσιακό: Σε ασθενείς με διατομή του μεσολοβίου, πραγματικά δύο ανεξάρτητοι «εαυτοί» αναδύθηκαν στη συμπεριφορά, και συχνά μάλιστα ανταγωνιστικοί! Για παράδειγμα το ένα χέρι χαλούσε ταυτόχρονα ό,τι έφτιαχνε το άλλο! Σε πειραματικό επίσης επίπεδο, προκαλώντας την ανεξάρτητη έκφραση των δύο ημισφαιρίων φάνηκε ότι το καθένα είχε τη δική του άποψη για το ίδιο ζήτημα, συχνά πολύ διαφορετική. Με τη λήξη του πειράματος και την επάνοδο στην συνήθη κατάσταση, όπου το ομιλούν ημισφαίριο έπαιρνε πάλι τα ηνία της επικοινωνίας, ο εξεταζόμενος άνθρωπος έδειχνε ότι δεν είχε καμία ανάμνηση για την δραστηριότητα του άλλου ημισφαιρίου, ή την εξηγούσε «λάθος», με τις μεθόδους του ομιλούντος ημισφαιρίου. Μερικά παραδείγματα: Σε άτομο με χειρουργικά διχασμένο εγκέφαλο, προβλήθηκε η λέξη «κλειδί» στο αριστερό οπτικό του πεδίο, άρα στον φλοιό του δεξιού βουβού εγκεφάλου του. Με το αριστερό του χέρι (που ελέγχεται κινητικά από το δεξί ημισφαίριο) επέλεξε το κλειδί από έναν σωρό αντικειμένων. Όταν ρωτήθηκε γιατί επέλεξε το συγκεκριμένο αντικείμενο απάντησε «δεν ξέρω, τυχαία, ασυνείδητα». Σ ένα άλλο πείραμα, άτομο με διαχωρισμένα ημισφαίρια, όταν ρωτήθηκε το δεξιό του ημισφαίριο ποιο επάγγελμα προτιμά έδωσε την απάντηση «οδηγός αυτοκινήτου σε αγώνες δρόμου» (σχηματίζοντας την απάντηση με επιλογή προκατασκευασμένων γραμμάτων, μιας και δεν μπορούσε να δώσει λεκτικές απαντήσεις). Η λεκτική του δήλωση όταν ρωτήθηκε το αριστερό του ημισφαίριο ήταν «σχεδιαστής». Εντυπωσιακότερα ακόμη είναι τα πειράματα που δείχνουν ότι τις επιλογές του δεξιού ημισφαιρίου, ανάλογες των προηγούμενων παραδειγμάτων, ερωτώμενος ο ομιλών εαυτός, τις ερμηνεύει μεν λογικά αλλά όχι σωστά. Π.χ. προβάλλοντας δύο άσχετες εικόνες στα ξεχωριστά οπτικά πεδία σε άτομο με διατομή μεσολοβίου, αυτό διάλεξε με το κάθε χέρι του δύο ανάλογες κάρτες, που αντιστοιχούσαν σωστά σ αυτά που έβλεπε με το κάθε του ημισφαίριο. Όταν του ζητήθηκε μια εξήγηση γι αυτό, το ομιλούν ημισφαίριο «σκαρφίστηκε» μια λογική απάντηση που συσχέτιζε τις δύο εικόνες, χωρίς να γνωρίζει την πραγματική αιτία της επιλογής, γιατί δεν ήξερε τι είχε δει το βουβό του ημισφαίριο*.

Φαίνεται λοιπόν ο εγκέφαλος να είναι τελικά οργανωμένος σε πολλά ανεξάρτητα υποσυστήματα που λειτουργούν παράλληλα, με ανεξάρτητη αντίληψη, μνήμη και δράση το καθένα, και τα οποία στην τελική μας συμπεριφορά εκφράζονται συνολικά, τόσο με λεκτικές όσο και με εξωλεκτικές δραστηριότητες. Η συνείδηση στην ολότητά της δεν πρέπει να περιορίζεται στη λεκτική μαρτυρία μας, όχι με την έννοια της συνειδητής απόκρυψης, αλλά της μη δυνατότητας του ομιλούντος εαυτού μας να είναι μόνος του γνήσιος εκπρόσωπος του «γνώθι σαυτόν» Ο διχασμός μας, η πάλη ανάμεσα σε δύο διαφορετικότητες, το αρσενικό και θηλυκό μας «μέρος» αποτελούν πανάρχαιες διατυπώσεις της ανθρώπινης σκέψης μέσα από θρησκευτικά και φιλοσοφικά συστήματα. Ακόμη και στην πιο λαϊκή της εκδοχή, η «φωνή της καρδιάς» είναι γνωστό ότι αντιπροσωπεύει ζωτικές και αληθινές πραγματικότητες του εαυτού μας για τις οποίες δεν μπορούμε να εκφραστούμε λεκτικά, και μάλιστα συχνά συγκρούονται με τη λογική-σειριακή ανάλυση.

Προσπάθειες να υπερπηδήσει αυτό τα εμπόδια ο νους μας σε έναν αγώνα για αυτοεπίγνωση και ολοκλήρωση, συναντούμε συχνά στις Ανατολικούς πολιτισμούς (Tao, Yoga,Zen). Στη Δύση πάλι, όχι παραδοσιακά, αλλά μέσα από την έρευνα κυρίως για την ψυχοθεραπεία, δεν μπορούμε παρά να διαπιστώσουμε ότι χρειάστηκε να χτυπήσουμε με άλλον τρόπο αυτήν την πόρτα: Οι μέθοδοι ύπνωσης που χρησιμοποιήθηκαν τον προηγούμενο αιώνα απευθύνονταν- έστω και χωρίς την επίγνωση του νευροφυσιολογικού υποστρώματος- στην άρση της «λογοκρισίας» στις άδηλες αλήθειες του εαυτού μας. Μια ανάλογη προσπάθεια έκανε και η ψυχανάλυση μέσα από τον ελεύθερο μη λογικό συνειρμό που πρότεινε στον αναλυόμενο. Θα μπορούσαμε σχηματικά να πούμε ότι ζητούσε από τον αναλυόμενο να «ανασύρει» από τον βουβό του εαυτό παραστάσεις, να τις δώσει για μια νέα επεξεργασία στον ομιλούντα συνεταίρο του για να «αποδυναμώσει» την σκοτεινή, ενστικτώδη και άφατη πτυχή της σύγκρουσης, να την εκλογικεύσει και να την αναδιοργανώσει, ενισχύοντας την κυριαρχία της ομιλούσας συνείδησης. Το ίδιο προσπαθούμε βέβαια να κάνουμε όλοι μας με κάποιον τρόπο όταν προσπαθούμε να εκλογικεύσουμε και να αναλύσουμε η απλώς να εκφράσουμε τον εαυτό μας: Με βάση κυρίως κοινωνικές παραμέτρους υπερεγωτικού τύπου προσπαθούμε «εκ των υστέρων» να σχηματοποιήσουμε τις εξηγήσεις της συμπεριφοράς με αναλυτικού τρόπο, αγνοώντας μνήμες και σκέψεις που κατοικούν στη βουβή πλευρά του εαυτού μας και έχουν το μερίδιό τους στον καθορισμό της.

Με βάση επίσης αυτές τις διαπιστώσεις, μπορούμε με μια νέα λιγότερο δύσπιστη ματιά να δούμε τις πραγματικότητες που κατοικούν στο νου ξεχωριστών προικισμένων ατόμων με «μαγικές» δεξιότητες στην επικοινωνία. Αυτούς συνήθως τους βρίσκουμε να εκδηλώνονται σε πολιτισμούς πιο ολιστικών απόψεων, πιθανότατα γιατί εκεί ευνοείται και επιτρέπεται κοινωνικά η εκδήλωσή τους. Ισως δικαιούμαστε να υποθέσουμε ότι διαθέτουν ένα προικισμένο νευροφυσιολογικό υπόστρωμα που να επιτρέπει την πλουσιότερη επικοινωνία ανάμεσα στα διαφορετικά παράλληλα επίπεδα λειτουργίας του εγκεφάλου τους, με αποτέλεσμα να φτάνουν σε υψηλότερα επίπεδα αυτογνωσίας-σοφίας και να αναγνωρίζουν τα ανάλογα φαινόμενα στους άλλους ανθρώπους.

Οι κυριότερες βέβαια άμεσες προτάσεις εφαρμογής κάποιων από τα παραπάνω που ήδη έχουν αρχίσει να γίνονται ευρύτατα αποδεκτές, αφορούν τις εκπαιδευτικές μαθησιακές διαδικασίες. Η διαδικασία της μάθησης με την έννοια της οργάνωσης μνημονικών διαδικασιών, είναι διαφορετική και ανεξάρτητη στα δύο ημισφαίρια. Μια συγκεκριμένη μνημονική – εμπειρία εκπαιδευτική εμπειρία καταχωρεί ανεξάρτητες εγγραφές ποικίλων υπο-συνόλων της εμπειρίας σε διαφορετικές θέσεις του εγκεφάλου. Σημειωτέον ότι δεν μιλάμε πλέον για πειραματικά υποκείμενα με διατομή του μεσολοβίου, αλλά για αυθεντικά πειράματα σε ρεαλιστικές φυσιολογικές συνθήκες. Ετσι, το αριστερό ημισφαίριο μαθαίνει λεκτικές και αριθμητικές πληροφορίες, ενώ το δεξί τις χωροταξικές, μουσικές και εικονικές πληροφορίες. Η μάθηση κάποιων δεξιοτήτων με το ένα ημισφαίριο δεν μεταφέρεται αυτόματα στο άλλο, και είναι ιδιαίτερα δύσκολη όταν αφορά εξειδίκευση που δεν την διαθέτει. Είναι διαπιστωμένο ότι η σύγχρονη εκπαίδευση στη Δύση είναι σχεδιασμένη για τους δεξιόχειρες με κυρίαρχο ομιλούν αριστερό εγκεφαλικό ημισφαίριο. Ετσι οι δεξιόχειρες φαίνονται να παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες και διαταραχές, όχι μόνο στο καθαρά γνωστικό αντικείμενο αλλά και στη συμπεριφορά στο Σχολείο, ενώ συχνά έχουν επιτυχίες στον αθλητισμό και στις καλλιτεχνικές δραστηριότητες. Μαθαίνουν ακολουθώντας πορεία από το γενικό στο μερικό, δεν μπορούν να βάλουν σε τάξη τις σκέψεις τους, δεν αρκούνται στα σύμβολα αν δεν έχουν άμεση επαφή με το νέο ερέθισμα, σκέφτονται διαισθητικά και όχι αναλυτικά. Εχουν δυσκολίες με την πειθαρχία σε χρονικές παραμέτρους, ονειροπολούν, συχνά είναι υπερκινητικοί. Με την εφαρμογή νέων πρωτότυπων στρατηγικών μάθησης σ αυτά τα παιδιά, τα βλέπουμε να πετυχαίνουν σε τομείς που έδειχναν να υστερούν, καθώς επίσης και να μας αποκαλύπτεται μια πολύπλευρη γκάμα μαθησιακών εμπειριών που ακόμη και στους μη «προβληματικούς» έχει πολλά να προσφέρει. Ενα δημιουργικό άτομο «ξέρει» με κάποιον τρόπο να χρησιμοποιεί και τις δύο του υποστάσεις, και να συλλαμβάνει τις πολύπλοκες αμοιβαίες σχέσεις εμπειριών και ιδεών με την διαισθητική-ολιστική του υπόσταση, εκφράζοντάς την λεκτικά. Η Δυτική κουλτούρα αντιμετωπίζει την πρόκληση και την ευκαιρία να επανέλθει σ αυτό το ζήτημα με νέους επιστημονικούς όρους και να ξανασυναντήσει την Ανατολική, προς αναζήτηση μιας πιο ολοκληρωμένης συνείδησης και δημιουργικότητας.

Κοινωνικές ανησυχίες

Δεν είναι βέβαια του παρόντος μια εκτεταμένη συζήτηση, αλλά δεν θα αποφύγουμε τον πειρασμό να αναφέρουμε έστω ενδεικτικά κάποια ερωτήματα που αναδύονται μέσα από αυτές τις διαπιστώσεις για τη λειτουργία της συνείδησης και συμπεριφοράς μας. Είναι αναπόφευκτο να αισθανθούμε ότι πέρα από τις κοινωνικές-ιστορικές αναγκαιότητες, η ίδια η επιστήμη της νευροφυσιολογίας έρχεται να δώσει μια νέα ποιότητα σε πανάρχαια ερωτήματα όπως της ελευθερίας, του «φυσιολογικού» και της «εκτροπής», τόσο από φιλοσοφική πλευρά όσο και από την πλευρά των πρακτικών που οι ανθρώπινες κοινωνίες υιοθετούν: Πόσο ελεύθεροι είμαστε αν γίνουμε όλο και πιο προβλέψιμοι; Ποια είναι η έδρα της «ελεύθερης βούλησης»; Της ευθύνης των πράξεών μας; Πόσο «ίσοι» είμαστε; Πόσο «αναλλοίωτοι»; Πόσο εκπαιδεύσιμοι ( με μια συνολικότερη έννοια) και πότε; Πότε η διαφορετικότητα είναι εκτροπή και πότε «τιμωρείται»; Πως θα κριθεί πχ η εγκληματική συμπεριφορά αν είναι «ελεύθερη επιλογή» η μονόδρομος; Ποιος είναι ο «αυθεντικός εαυτός» μας, πόσο υπεύθυνοι είμαστε για τις πράξεις μας; Είναι αρκετή η λεκτική αναλυτική μας επικοινωνία για να ασκήσουμε το Δίκαιο; Ποιος θα ορίσει ποια είδη «τρέλλας» θα θεωρηθούν αναπόφευκτο πεπρωμένο; Ποιος θα ορίσει την αναγκαιότητα «διόρθωσης» ή «θεραπείας» της ανθρώπινης συμπεριφοράς, υπό το φως νέων δυνατοτήτων να το κάνει; Διαφαίνεται η απειλή μιας νέας ευγονικής του νου; Διαφαίνεται η δυνατότητα νέων παρεμβάσεων στο υλικό υπόστρωμα του εγκεφάλου μας με σκοπό την αλλαγή της συμπεριφοράς μας; Πόσοι νέοι κίνδυνοι για χειραγώγηση θα προκύψουν; Μήπως ο «κρυμμένος» μας εαυτός εκτός από «αντίπαλος» είναι το ύστατο φρούριο της προσωπικής ιδιαιτερότητας και ελευθερίας; Τα παραπάνω είναι ένα ελάχιστο δείγμα των ανησυχιών που προκύπτουν. Είμαστε βέβαια πολύ μακριά από το πιθανό σημείο που η χαρτογράφηση του εγκεφάλου μας θα φτάσει σε τόσο λεπτές διακριτικές ικανότητες, και ακόμη μακρύτερα από το να αποκτήσουμε τη δυνατότητα της παρέμβασης σ αυτήν. Ηδη όμως με κάποιον τρόπο η σύγχρονη ιατρική απασχολείται μ αυτά τα ζητήματα. Ισως π.χ. η εγγραφή τεχνητών αναμνήσεων να είναι ακόμη επιστημονική φαντασία, η φαρμακευτική όμως παρέμβαση δεν είναι καν καινούρια σαν τακτική, όπως και η αυξανόμενη συνεχώς σε δυνατότητες προγεννητική διάγνωση. Οι έρευνες επίσης για μεταμόσχευση νευρικών κυττάρων βρίσκονται στο κατώφλι της εφαρμογής στον άνθρωπο, αρχικά βέβαια για τη θεραπεία «αμιγώς οργανικών» προβλημάτων του εγκεφάλου, αλλά αναπόφευκτα αυτό εγκαινιάζει ένα νέο προσανατολισμό.

Ξεκινώντας από μια βασική αποδοχή ότι η γνώση από μόνη της είναι προϋπόθεση ελευθερίας , σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να «δαιμονοποιήσουμε» την έρευνα και τις αποκαλύψεις της για τον άνθρωπο. Ετσι κι αλλοιώς, απέναντι σε κάθε νέα δυνατότητα του ανθρώπου επιστημονική ή τεχνολογική, πάντα προκύπτουν διλήμματα και ανησυχίες αυτού του τύπου. Αν ίσως η πιθανότητα μιας «ωμότερης» παρέμβασης στην ίδια την έδρα του εαυτού μας φαίνεται πιο φορτισμένη, είναι μάλλον απλώς θέμα αναπόφευκτης μετάβασης. Το αν η αυτογνωσία μας θα μας ανοίξει ποιοτικά άλλες περιοχές ελευθερίας ή θα δώσει μόνο στις εξουσιαστικές κοινωνικές δομές νέα όπλα χειραγώγησης, είναι ένα στοίχημα συνέχεια ανοικτό. Ακόμη και στις πιο επιφυλακτικές απόψεις ότι και η ίδια η επιστήμη ερευνά και βρίσκει τελικά αυτό που «θέλει» να βρει, ως παράγωγο και εκφραστής ιστορικά καθοριζόμενων κοινωνικών αξιών, η απόκριση είναι ότι ακόμη και έτσι, δεν μπορούμε να «πετάξουμε» τίποτε. Η κάθε νέα ανακάλυψη γεννά μια νέα πραγματικότητα που μας αφορά όλους, θέλοντας και μη. Οι νέες πρακτικές που αναφέρθηκαν στην εκπαίδευση, αν και δεν έτυχαν ακόμη καθολικής εφαρμογής, είναι εξάλλου ένα αισιόδοξο παράδειγμα για τη θετική χρήση των νέων γνώσεων για τον νου μας. Και επεκτείνοντας την περιοχή της εκπαίδευσης, μπορούμε να την φανταστούμε να ξεπερνά την «σχολική» δραστηριότητα. Μπορούμε να μιλήσουμε και να αναζητήσουμε μια συνολικότερη άποψη για την βιωματική μάθηση και επικοινωνία, αξιοποιώντας τεκμηριωμένες και αναζητώντας καινούριες τακτικές. Υπάρχουν βέβαια και πιο σκοτεινές και ευαίσθητες περιοχές του προβλήματος, που εύλογα εγείρουν νέες φιλοσοφικές αναζητήσεις και μεγαλύτερες ανησυχίες. Σε κάθε περίπτωση, αυτό θα απαντηθεί με ιστορικούς κοινωνικούς όρους, και ούτως ή άλλως είναι ένα αιώνιο στοίχημα, γιατί δεν είναι ποτέ τόσο ευθύγραμμα καθοριζόμενο το «για ποιόν δουλεύει» μια νέα ανακάλυψη. Η κοινωνική δυναμική είναι ένα πολύπλοκο πεδίο, ανεξάρτητο εν πολλοίς από αυστηρές προβλέψεις πειραματικού τύπου. Υπάρχουν βέβαια και γι αυτό πολλές απόψεις…

Η κοινωνία και οι πολιτισμοί

Κι εδώ φτάνουμε σ ένα ακόμη επίσης κρίσιμο πεδίο προβληματισμού: Μπορούμε να βασιστούμε σε μια αναγωγική οπτική για να ταιριάσουμε τα νευροφυσιολογικά –βιολογικά δεδομένα με τα ερωτήματά μας για την ιστορία και τον ανθρώπινο πολιτισμό; Μπορούμε να μεταφέρουμε το μοντέλο του ανθρώπινου νου (όσο το γνωρίζουμε) στις αξίες επιβίωσης και συμβίωσης που παράγει; Υπάρχουν αναγκαιότητες και όρια που δεν μπορεί να τα ξεπεράσει; Μήπως η ιδέα της σχετικής «ανεξαρτησίας» από τις βιολογικές δεσμεύσεις είναι μια φαινάκη, ενώ στην πραγματικότητα την ιστορία μας γράφει ένας αυστηρός φυσικός ντετερμινισμός;

Πολλοί καθ όλα σεβαστοί επιστήμονες και στοχαστές δείχνουν να έχουν επιχειρήματα που αν όχι να καταλήγουν θετικά, πάντως να προβάλλουν έντονα το τελευταίο ερώτημα. Ξεκινώντας από συγκριτικές μελέτες με το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο (πχ κοινωνίες μελισσών, μυρμηγκιών) και τα πρωτεύοντα (τα οποία χαρακτηριστικά ο Wilson αναρωτιέται μήπως είναι απλώς πνευματικά καθυστερημένοι συγγενείς μας), παράλληλα με παρατηρήσεις φαινομένων στις ανθρώπινες κοινωνίες, διαπιστώνουν ότι συχνά πίσω από συμπεριφορές που γίνονται πολιτιστικές αξίες και παραδόσεις, αναδύεται μια εξελικτική φυσική αναγκαιότητα επιβίωσης, μέσα από την καταγραφή της στην ανθρώπινη συνείδηση, η οποία «αυταπατάται» όταν τις αποδίδει σε «αμιγώς» ιστορικά αίτια. Χωρίς να εξομοιώνουμε κάθε ερευνητή που κάνει τέτοιες παρατηρήσεις και στοχασμούς, οφείλουμε να σχολιάσουμε πως αν και οι παρατηρήσεις τους είναι πολλές φορές εντυπωσιακές, από μόνες τους δυσκολεύονται να δώσουν απαντήσεις μονοδιάστατες για το υπόβαθρο των κοινωνικών πολιτισμικών μας συμπεριφορών. (Ενδεικτικό παράδειγμα η αναφορά από τον Wilson σε μια ανθρώπινη φυλή παντελώς ειρηνική στην ιστορία της, η οποία έγινε επιθετικότατη όταν αυξήθηκε ο πληθυσμός της, φαινόμενο γνωστό σε ζωικούς πληθυσμούς. Ο ίδιος όμως συγγραφέας αναφέρει άλλο παράδειγμα όπου μια επίσης ειρηνική φυλή μετατράπηκε σε αιμοσταγείς σφαγείς όταν «επιστρατεύτηκε» από αποικιοκράτες εναντίον άλλων γειτόνων! Στο δεύτερο παράδειγμα ασφαλώς απουσιάζει μια δικαιολογία φυσικού-εξελικτικού τύπου όπως του πρώτου). Πολλά παραδείγματα και παρατηρήσεις υπάρχουν, για την γονική συμπεριφορά, τις διαφορές των φύλων, την πολύ- η μονογαμία, τον πόλεμο, την ομοφυλοφιλία, και πολλά άλλα μέχρι και το «έμφυτο» κοτσομπολιό…

Το σίγουρο είναι ότι ακόμη και με τα «αυστηρότερα» επιστημονικά εργαλεία της βιολογίας και της νευροφυσιολογίας δεν μπορούμε ακόμη να αντιμετωπίσουμε τον πολιτισμό σαν προϊόν του ανθρώπινου νου με βιολογικού τύπου προβολές, που θα είχαν τα κλασσικά χαρακτηριστικά της προβλεψιμότητας και της επανάληψης. Ακόμη και το «θαύμα» του ατομικού νου είναι ακόμη πολύ μακριά από το να κατακτηθεί με τέτοιους όρους. Κάθε σύνολο, κάθε νέο επίπεδο οργάνωσης είναι μια νέα ποιότητα, ξεχωριστή από τα επιμέρους μέρη που το απαρτίζουν. Ακόμη και αν φτάσουμε σε μια πληρέστερη κατανόηση της σκέψης και του συναισθήματος, οι εμπειρίες μας όπως φαίνεται μέχρι τώρα πάντα θα χρειάζονται και μια άλλου τύπου προσέγγιση για να ερμηνευτούν. Το στοιχείο του απρόβλεπτου είναι κυρίαρχο στην μελέτη της ανθρώπινης συνείδησης και συμπεριφοράς. Πως θα μπορούσε να είναι αλλοιώς για τα σύνολα των ανθρώπων, τα οποία επίσης εκτός από άθροισμα ατόμων συνιστούν τη νέα ποιότητα της κοινωνίας; Θα δεχτούμε βέβαια ότι δεν είναι απείρως τυχαίες και ασυνάρτητες οι πορείες που διαγράφουν οι ανθρώπινοι πολιτισμοί. Όμως είναι προφανές ότι οι αναγωγικές τακτικές φαίνονται φτωχές για να προχωρήσουν από ένα σημείο και πέρα. Επιπρόσθετα, πρέπει να σημειώσουμε ότι όσο προχωράει η έρευνά μας και οι αναζητήσεις μας στην κοινωνική σφαίρα, τόσο πιο δύσκολο είναι να εξασφαλίσουμε την «αντικειμενικότητα». Ο σχεδιασμός και η διαμόρφωση ενός «ερωτήματος» στις κοινωνικές επιστήμες είναι πολύ πιο ξεκάθαρο ότι προϋποθέτει μια ιδεολογική επιλογή και συγκεκριμένες προσδοκίες, οι οποίες υπονομεύουν την προσπάθεια για αποδείξεις του τύπου των θετικών επιστημών. Αν κάποτε αυτό ήταν απλώς μια φιλοσοφική ανησυχία, σήμερα θεωρείται δεδομένο: Ζούμε στην εποχή που η θεωρία της αβεβαιότητας και η παρέμβαση του παρατηρητή στο ίδιο το πεδίο της παρατήρησης είναι αποδειγμένη. Αν η μελέτη της «άψυχης» ύλης υπόκειται σ αυτούς τους περιορισμούς, πόσο μάλλον η ανάλυση των κοινωνικών και πολιτιστικών φαινομένων…

Μπορούμε όμως άραγε, έστω «φιλοσοφική αδεία», να κάνουμε αναγωγές της λειτουργίας του εγκεφάλου μας στο κοινωνικό γίγνεσθαι; Μιας και η κοινωνία είναι η επικοινωνία των εγκεφάλων μας, προβάλλονται με κάποιον τρόπο τα χαρακτηριστικά τους; Μπορούμε να μιλάμε για έναν «παγκόσμιο» ή έστω «συλλογικό» εγκέφαλο, με πλαστικότητα, κρίσιμες περιόδους, εντυπώματα, ορόσημα, ασυμμετρία και «βουβές» περιοχές; Θα μας βοηθούσε μια τέτοια οπτική να ερμηνεύσουμε τις ιστορικές μας συλλογικές συμπεριφορές; Θα μπορούσαμε να φανταστούμε τα άτομα σαν νευρώνες ενός συλλογικού λειτουργικού συστήματος σαν του εγκέφαλου; Το ερώτημα αυτό πράγματι μόνο με φιλοσοφική άδεια προσεγγίζεται, γιατί όπως προαναφέρθηκε το επίπεδο ανάλυσης αλλάζει τραγικά ποιότητα και πολυπλοκότητα και ο κίνδυνος απλοϊκών ή απλουστευτικών ερμηνειών είναι πολύ μεγάλος. Θα μπορούσαμε ίσως να κάνουμε κάποια σχόλια, αναφερόμενοι σε κάποιες παρατηρήσεις ερευνητών και φιλοσόφων που χρονολογούνται από πολύ παλαιά. Για παράδειγμα οι κοινές πανάρχαιες παραδόσεις και αρχετυπικές μορφές, θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ένα είδος «εντυπώματος» στη συλλογική μας μνήμη, που καθόρισε τις πολιτιστικές μας αξίες σε κρίσιμες περιόδους της νηπιακής ηλικίας της ανθρώπινης κοινωνικής κοιτίδας. Η η «κυριαρχία» του Δυτικού τρόπου σκέψης να σχολιαστεί με όρους επικράτησης «ασύμμετρων» πολιτισμικών εξελίξεων. Ακόμη , να ξαναγυρίσουμε στα προηγούμενα σχόλια και να προβληματιστούμε για πιθανές «εγγενείς» εγκατεστημένες τάσεις πολιτισμικών συμπεριφορών που να θυμίζουν το πεπερασμένο της πλαστικότητας του ατομικού εγκεφάλου. Εχουμε συλλογικό υποσυνείδητο; Εχουμε αλληλεπιδράσεις και ιστορικές «εγγραφές» ανάλογες των συνειδητών ή ασυνείδητων λειτουργιών του νου μας; Αν με κάποιον τρόπο τελικά λειτουργούμε σαν ένας συλλογικός εγκέφαλος, άραγε θα μπορούσαμε να του αποδώσουμε κάποια «ηλικία» ανάπτυξης; Συνεχίζει να αναπτύσσεται, έχασε άραγε στοιχήματα στον χρόνο, μπορεί να έχει αυτογνωσία; Επειδή αυτό το πεδίο έχει άπειρη φιλοσοφική ελευθερία, δεν θα προχωρήσουμε, κάνοντας απλώς ένα πιθανά κρίσιμο σχόλιο: Όπως φαίνεται η ανάπτυξη της γλώσσας στάθηκε θεμέλιος λίθος της ανάπτυξης του ανθρώπινου πολιτισμού. Ακόμη και οι παρατηρήσεις και τα σχόλιά μας για την ανεπάρκεια του λόγου να εκφράσει το «όλον», δεν μπορούμε παρά να τα ανταλλάξουμε μεταξύ μας χρησιμοποιώντας αυτόν τον ίδιο! Η σύγχρονη επιστημονική έρευνα έρχεται να αυτό-κριθεί ως ανεπαρκής στις έλλογες μεθόδους της, χρησιμοποιώντας όμως γι αυτό τις έλλογες μεθόδους της! Από την άλλη πλευρά, οι αξίες και μέθοδοι των ολιστικών φιλοσοφικών συστημάτων δείχνουν μια στασιμότητα στον χρόνο, μια «βουβή» αμηχανία έως και υποταγή απέναντι στην δυναμικότητα της Δυτικής επιστήμης. Αυτό ίσως είναι ένα κρίσιμο σημείο της εποχής μας που περικλείει ένα θαύμα και μιαν αντίφαση: Καλείται η έλλογη Δυτική επιστήμη να επικοινωνήσει με τις «ασυνείδητες» αξίες και εγγραφές του ανθρώπου στην ιστορία του, αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα να «επανέλθει» σε μερικά ζητήματα που είχε κρίνει αντιεπιστημονικά, με παρούσα βέβαια την αντίφαση αυτές να πρέπει και πάλι να ανακοινωθούν στην γλώσσα της! Θα καταφέρει να διαβάσει και να εκφράσει τα άλογα μυστικά; Κι αν θελήσει να τα αξιοποιήσει μήπως τελικά παρασυρμένη από τις μεθόδους της τα διαστρεβλώσει, όπως φαίνεται να κάνει ο «ομιλών» μας εγκέφαλος με τις ενέργειες του βουβού του δίδυμου; Ή, αν δεν τα διαστρεβλώσει, μήπως τα «απορροφήσει», στην προσπάθειά της να τα αναλύσει και να τα κατακτήσει με τις μεθόδους της; Θα είναι αυτό μια εξελικτική πορεία του συλλογικού μας νου;

…..

Από την αξιόλογη βιβλιοθήκη στο Archive.gr, Θεματική Ενότητα: Βιο-ιατρική, επιλεκτικά αποσπάσματα από την καρδιά του άρθρου της Κ. Μόντη, ιατρού, “Ο Εγκέφαλος και ο Κόσμος του” .

 

Tags: , , , , , ,

Leave a comment

 

Discover more from + -

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading