RSS

Το φαινόμενο της Αλλοτρίωσης

23 Sep

εεεεεεεεεε  […]ένας άνθρωπος δεν είναι αλλοτριωμένος, σημαίνει πως βρίσκεται στο επίπεδο των δυνατοτήτων του και ότι με το να πραγματώνει τις δυνατότητές του, δημιουργεί συνεχώς νέες και μεγαλύτερες. Το να είναι κάποιος αποξενωμένος από τη βασική φύση του, σημαίνει το να είναι κάτι άλλο από αυτό που είναι στην ουσία του. Κάτι άλλο από αυτό που θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι, δηλαδή ένα ελεύθερο, δημιουργικό, ολοκληρωμένο ον που πράττει συνειδητά και έχει θεληματικό έλεγχο των δραστηριοτήτων του.
[…]Όταν η αποξένωση γίνεται συνειδητή προκαλεί θυμό, επιθετικότητα, εχθρικότητα, απογοήτευση και φόβο. Η συνειδητοποίηση αυτή μπορεί επίσης να οδηγήσει το άτομο σε κριτική θεώρηση της πραγματικότητας και από εκεί και πέρα σε δράση.

Προλογικά

Η αλλοτρίωση είναι ένα γενικευμένο σύγχρονο κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο ‘διαπερνά και διαποτίζει’ τα άτομα και τους θεσμούς μιας κοινωνίας.
Σύμφωνα με την άποψη των μελετητών του φαινομένου της αλλοτρίωσης, στη σύγχρονη βιομηχανική κοινωνία αναπτύσσεται ένας τεχνολογικός ορθολογισμός προς την κατεύθυνση του οποίου κινητοποιείται το ανθρώπινο δυναμικό, η κινητοποίηση δε αυτή επιτυγχάνεται με τη γενική και ειδικευμένη παιδεία, και με τον τρόπο αυτό η σύγχρονη τεχνολογία επιτρέπει την πλήρη εξάρτηση των πιο εσωτερικών βιωμάτων του σημερινού ανθρώπου και τη ρύθμιση της συμπεριφοράς του από τις επιδιώξεις του βιομηχανικού κατεστημένου.

(Σε κοινωνικοπολιτισμικό επίπεδο: στην Ελλάδα και τη Μεσόγειο, ευρισκόμενοι κάτω από την κηδεμονία εξωγενών δυνάμεων, συνεπάγεται μια σταδιακή αποδόμηση των τοπικών πολιτισμών, προκειμένου να προσαρμοστούν στα πρότυπα των επικυριάρχων. Βασικοί φορείς αυτής της αποδόμησης είναι η στείρα τάξη των διανοουμένων, δηλ. η κοινωνική τάξη στην αρμοδιότητα της οποίας εμπίπτει η μελέτη, ανάδειξη και αναπαραγωγή, μέσω της παιδείας, των φυσικών πολιτισμών έναντι των μηχανίστικων.)

[1]. Η έννοια της αλλοτρίωσης (αποξένωσης) – Ορισμός
[2]. Αλλοτρίωση και Κοινωνία
[3]. Αλλοτρίωση και Εργασία
[4]. Ο Αλλοτριωμένος σύγχρονος άνθρωπος
[5]. Αλλοτρίωση και Εκπαίδευση

ΧαμένοιΠροτάσεις:
Αληθινός Λόγος
Ελληνικός Μονοθεϊσμός
Παλαιός και Νέος Κόσμος
Δεν ανήκουμε στη Δύση.. (2/3)
Τα δύο πέπλα του συσκοτισμού
Η φύση της ανθρώπινης διάνοιας
Το δίπολο των ανθρώπινων κοινωνιών
Ανατολικός και Ελληνικός διαλογισμός
Νευρογνωσία : Ένα Αυθεντικό Μυστικό
Έννοιες Αστισμού και Παγκοσμιοποίηση
Η Θεωρία της Γνώσης κατά τον Αριστοτέλη
Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν
Η κρίση έπληξε και το ίδιο το επαναστατικό υποκείμενο

[1] Η έννοια της αλλοτρίωσης (αποξένωσης) – Ορισμός

Η έννοια της αλλοτρίωσης έχει διάφορες σημασίες στη σημερινή ζωή, την επιστήμη και τη φιλοσοφία καθώς και στα χαρακτηριστικά του αλλοτριωμένου σύγχρονου ανθρώπου.
Οι περισσότερες σημασίες της έννοιας της αλλοτρίωσης μπορούν να θεωρηθούν ως παραλλαγές της πλατύτερης ερμηνείας που προκύπτει από την ετυμολογία της λέξης, δηλαδή ότι η αλλοτρίωση είναι η πράξη ή το αποτέλεσμα εκείνης της διαδικασίας με την οποία πράγματα ή πρόσωπα γίνονται ή έχουν γίνει ξένα μεταξύ τους.

Στη σημερινή ψυχολογία και κοινωνιολογία η έννοια χρησιμοποιείται συχνά για το χαρακτηρισμό του αισθήματος της αποξένωσης του ατόμου απέναντι στην κοινωνία, τη φύση, απέναντι σε άλλους ανθρώπους ή απέναντι στον ίδιο τον εαυτό του.
Για πολλούς κοινωνιολόγους και φιλοσόφους η αλλοτρίωση είναι ταυτόσημη με την αντικειμενοποίηση, δηλαδή την πράξη (ή το αποτέλεσμα της πράξης) της μετατροπής των ανθρωπίνων ιδιοτήτων, των σχέσεων και των ενεργειών σε ιδιότητες και ενέργειες πραγμάτων που είναι ανεξάρτητα από τον άνθρωπο και εξουσιάζουν τη ζωή του.
Για άλλους μελετητές η αλλοτρίωση είναι ταυτόσημη με την αυτο-αλλοτρίωση, δηλ. είναι η διαδικασία κατά την οποία μία οντότητα αποξενώνεται, αυτό-αποξενώνεται από τη φύση της, από το εγώ της, με τις ίδιες της τις πράξεις.
Η αντίληψη της αποξένωσης είναι βαθιά ενσωματωμένη σε όλες τις μεγάλες θρησκείες, τις κοινωνικές και πολιτικές θεωρίες της σύγχρονης εποχής.

Σε τομείς όπως η θεολογία, η φιλοσοφία και η ψυχιατρική, η αποξένωση χρησιμοποιείται σαν μια έννοια που δηλώνει το στοιχείο του διαχωρισμού δύο οντοτήτων (ενοτήτων), με αποτέλεσμα ένταση και απογοήτευση

Προσεγγίζοντας την έννοια στη φιλοσοφική της διάσταση, αναφέρουμε αυτό που τόνισε ο Χέγκελ ως αλλοτρίωση του πνεύματος, δηλαδή ότι ο κόσμος των πραγμάτων, προϊόν αρχικά της ανθρώπινης εργασίας και γνώσης, γίνεται ανεξάρτητος από τον άνθρωπο και ο άνθρωπος φθάνει να κυριαρχείται από ανεξέλεγκτες δυνάμεις και νόμους που δεν αναγνωρίζει σαν δικούς του. Όταν η έννοια χρησιμοποιείται στην κοινωνιολογία καθορίζει το διαχωρισμό του ατόμου από πτυχές του προσωπικού του ή υλικού του περιβάλλοντος.

ψυχώ

Όταν η προσοχή επικεντρώνεται σε αντιλήψεις, συναισθήματα και νοοτροπίες προς τις καταστάσεις και τις σχέσεις που οι άνθρωποι βρίσκουν τους εαυτούς τους (υποκειμενική αποξένωση). Όταν η προσοχή εστιάζεται πάνω στις κοινωνικές σχέσεις, στην έλλειψη της ενσωμάτωσης και αμοιβαίου ταιριάσματος των ατόμων με τους νόμους και τους θεσμούς του κοινωνικοπολιτικού-οικονομικού πλαισίου που ζουν (αντικειμενική αποξένωση). Στην αντικειμενική αποξένωση περιέχεται και η κυριαρχία ισχυρών κοινωνικών ομάδων, δομών και αντιλήψεων πάνω στα άτομα μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Έτσι σύμφωνα με την άποψη αυτή, ο όρος αποξένωση αναφέρεται στην κυριαρχία που υφίστανται οι άνθρωποι από δυνάμεις εξουσίας, από περιορισμούς υλικούς, από πολιτικές δομές και από την ίδια τη σκέψη. Αφορά οποιαδήποτε διαδικασία η οποία περιορίζει τη δύναμη του ανθρώπου για να γνωρίσει τον κόσμο και έτσι από-απανθρωπίζει τον ίδιο τον κόσμο.

Οι μορφές της υποκειμενικής αποξένωσης σχετίζονται με καταστάσεις που βιώνονται σαν μη ικανοποιητικές από το άτομο.
Αυτές οι μη ικανοποιήσεις είναι άρρηκτα δεμένες με τις αυτοκατανοήσεις, τα πιστεύω, τις αντιλήψεις, τις νοοτροπίες, τις φιλοδοξίες, τις επιθυμίες και τα συναισθήματα αυτών που τα βιώνουν.
Ο Mαρκούζε εννοεί την αποξένωση ως αναισθητοποίηση, ένα νέκρωμα των αισθήσεων που κάνει πιθανή την καταπίεση και το χειρισμό από άλλους.

Mια άλλη παράμετρος της αποξένωσης είναι η συνειδητότητα.
Η αποξένωση στο σημερινό άνθρωπο δεν εισέρχεται απαραίτητα στη συνείδησή του. Οι άνθρωποι που είναι ενήμεροι για την αποξένωσή τους είναι οι εξαιρέσεις. Mόνο σε περιόδους προσωπικής κρίσης το άτομο γίνεται ενήμερο της αποξένωσης. Σύμφωνα με τη Fanon, όταν η αποξένωση παραμένει κάτω από την επιφάνεια της συνειδητότητας, έχει σαν αποτέλεσμα την ενόχληση, την παθητικότητα, την υποχωρητικότητα και το άγχος.

Όταν η αποξένωση γίνεται συνειδητή προκαλεί θυμό, επιθετικότητα εχθρικότητα, απογοήτευση και φόβο. Η συνειδητοποίηση αυτή μπορεί επίσης να οδηγήσει το άτομο σε κριτική θεώρηση της πραγματικότητας και από εκεί και πέρα σε δράση.

Γενικά θα λέγαμε ότι υπάρχουν οι εξής τύποι αποξένωσης. Κατ’ αρχήν υπάρχει αποξένωση του ανθρώπου από τον εαυτό του. Ο σύγχρονος άνθρωπος συχνά το βρίσκει δύσκολο να είναι ο εαυτός του. Έχει γίνει ξένος προς τον εαυτό του, έχει αποξενωθεί από το συνάνθρωπό του και τελικά βιώνει αποξένωση από τον κόσμο στον οποίο ζει. Αυτές οι τρεις μορφές αποξένωσης είναι αλληλένδετες και αντιπροσωπεύουν τις τρεις φάσεις μιας ενιαίας διαδικασίας.

Οι Mαρξ και Xέγκελ θεμελιώνουν την έννοια της αποξένωσης πάνω στη διάκριση ανάμεσα στην ύπαρξη και την ουσία εννοώντας ότι καθώς η ανθρώπινη ύπαρξη είναι αποξενωμένη απ’ την ουσία της, ο άνθρωπος δεν είναι εκείνο που θα έπρεπε να είναι και ότι θα έπρεπε να είναι εκείνο που θα μπορούσε εν δυνάμει να είναι. Και στους δύο η αποξένωση αναφέρεται σαν ένα είδος δραστηριότητας μέσα στην οποία η ουσία του δράστη μετατρέπεται σε κάτι εξωτερικό, ξένο και εχθρικό που κυριαρχεί πάνω στο δράστη.
Ο πρώτος χρησιμοποίησε την έννοια αποξένωση για να δείξει την κατάσταση των σύγχρονων ατόμων τα οποία στερούνται ενός εκπληρωτικού τρόπου ζωής επειδή οι δραστηριότητές τους είναι κενές από οποιαδήποτε έννοια κοινοτικής δράσης ή ικανοποίησης καθώς δεν έχουν καμιά ιδιοκτησία πάνω στα προϊόντα τους και στις δομές τους.
Η αποξένωση είναι θεμελιωδώς αυτοαποξένωση. Το να αποξενωθείς σημαίνει το να διαχωριστείς από τη δική σου ουσία ή φύση, το να σε αναγκάσουν να ζεις μια ζωή στην οποία εκείνη η φύση δεν έχει καμιά ευκαιρία να ολοκληρωθεί ή να πραγματωθεί. Μ’ αυτόν τον τρόπο η εμπειρία της αποξένωσης περιέχει μία αίσθηση έλλειψης αυτοαξίας και μια απουσία νοήματος στη ζωή κάποιου.
Έτσι η αποξένωση υπ’ αυτήν την έννοια εστιάζεται στο κατά πόσο η ζωή του ατόμου αντικειμενικά πραγματώνει τη φύση του και την κοινοτική του συνύπαρξη με τους άλλους στη βάση μιας καθορισμένης πορείας ιστορικής εξέλιξης.
Επί πρόσθετα η αποξένωση είναι ένα θέμα κάποιου είδους αποχωρισμού, μη ταυτότητας ή μη ενότητας που θα έπρεπε να ξεπεραστεί για λόγους οι οποίοι υπεισέρχονται μέσα στη βασική μας ανθρώπινη φύση ή στο χαρακτήρα της αληθινής ‘ανθρωπινότητας’. Υπό την οπτική αυτή η ιδέα της αποξένωσης συνδέεται με την έννοια της αυτοαποξένωσης.

Ακολουθώντας το ερώτημα αν αυτό που αλλοτριώνεται, αλλοτριώνεται με τη δραστηριότητά του ή με τη δραστηριότητα ενός άλλου, μπορούμε να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στην αλλοτρίωση που έχει προκληθεί από άλλους από αυτήν που έχει προκληθεί από τον ίδιο μας τον εαυτό. Η αλλοτρίωση ενός εγώ μπορεί να είναι τόσο αλλοτρίωση που έχει προκληθεί από άλλους, όσο και από τον ίδιο τον εαυτό. Η αυτο-αλλοτρίωση θεωρείται σα διάσπαση ανάμεσα στην αληθινή φύση και ουσία του ανθρώπου και στον τρόπο που πραγματώνει την ύπαρξή του.
Ο αυτο-αλλοτριωμένος άνθρωπος είναι ένας άνθρωπος που στην πραγματικότητα δεν είναι αυτός που θα έπρεπε να είναι σύμφωνα με τη φύση του, αλλά ένας άνθρωπος που η πραγματική του ύπαρξη δεν ανταποκρίνεται στην ανθρώπινη ουσία του.

Η διαπίστωση ότι ένας άνθρωπος δεν είναι αυτο-αλλοτριωμένος, σημαίνει πως βρίσκεται στο επίπεδο των δυνατοτήτων του και ότι με το να πραγματώνει τις δυνατότητές του, δημιουργεί συνεχώς νέες και μεγαλύτερες. Το να είναι κάποιος αποξενωμένος από τη βασική φύση του, σημαίνει το να είναι κάτι άλλο από αυτό που είναι στην ουσία του. Κάτι άλλο από αυτό που θα μπορούσε και θα έπρεπε να είναι, δηλαδή ένα ελεύθερο, δημιουργικό, ολοκληρωμένο ον που πράττει συνειδητά και έχει θεληματικό έλεγχο των δραστηριοτήτων του.

Κοινή σε όλες τις μορφές αποξένωσης είναι μια θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στις συνθήκες της υπαρκτής ζωής των ανθρώπων και στις εγγενείς τους ανθρώπινες ικανότητες.
Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο οι κοινωνικές συνθήκες διευκολύνουν προς την κατεύθυνση της αυτοπραγμάτωσης του ατόμου, καθώς η αυτοαποξένωση συνδέεται με την αυτοπραγμάτωση ως αντίθετη με αυτήν έννοια. Η αυτοαποξένωση σηματοδοτεί είτε την ‘απο-ανθρωποποίηση’, ή τη μη ολοκληρωμένη ‘ανθρωποποίηση’ (αυτή που είναι παρεμποδισμένη ή ακινητοποιημένη).
Δηλαδή η αυτοαποξένωση είναι το ένα μέρος ενός ζευγαριού από αντίθετες έννοιες, το άλλο του οποίου είναι αυτό της αυτοπραγμάτωσης.
Υπό αυτή την οπτική, οποιαδήποτε σημαντική και ενδιαφέρουσα έννοια της αυτοαποξένωσης είναι αντίθετη με κάποια ιδέα αυτοπραγμάτωσης που αξίζει να επιτύχουμε και μ’ αυτόν τον τρόπο να πραγματώσουμε κάποιο είδος εαυτού και κάποιο είδος ζωής που αξίζει να ζούμε και η οποία είναι αυθεντικά ανθρώπινη.
Έτσι η έννοια της αυτοπραγμάτωσης μπορεί να ιδωθεί σαν το σχηματισμό πραγματούμενων ανθρωπίνων δυνατοτήτων που αξίζει να επιτύχουμε εξ’ αιτίας του χαρακτήρα και της ποιότητας της ανθρώπινης ζωής.

Πρέπει να θεωρήσουμε τις ανθρώπινες δυνατότητες πέρα από αυτό που τα ανθρώπινα όντα έχουν πραγματώσει. Έχει σημασία να διαχωρίσουμε ανάμεσα σε μορφές ζωής κοινής από τη μια και ζωής εμπλουτισμένης, πλήρους και αληθινά ανθρώπινης από την άλλη.

Η έννοια της αυτοαποξένωσης ίσως μεταφέρει την πρόταση ότι τις ανθρώπινες ζωές θα τις ζούσαμε καλύτερα αν η ανθρώπινη δυνατότητα πραγματοποιούνταν.
Επίσης υπονοεί ότι η δυνατότητα αυτή θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο αν οι συνθήκες ήταν διαφορετικές και αν οι άνθρωποι έκαναν τις κατάλληλες επιλογές και προσπάθειες.

Στη Νεοεγκελιανή σκέψη η αυτοπραγμάτωση συνδέεται με τη συνύπαρξη της προσωπικότητας, της ιδιότητας του πολίτη και της γνώσης. Η προσωπικότητα, η ιδιότητα του να είσαι πολίτης και η γνώση είναι τα τρία βασικά στοιχεία της Νεοεγκελιανής αυτοπραγμάτωσης ενσωματωμένα με ένα τέτοιο τρόπο που κανένα δεν επισκιάζει τα άλλα.

Σε κοινωνικό επίπεδο, η επιδιωκόμενη και μεθοδευμένη κατάλληλα ετερονομία που είναι θεσμοθετημένη (σχολείο, στρατός, οικογένεια κ.λ.π), λειτουργεί ως πηγή αλλοτρίωσης.
Μέσα από ένα ανάλογο πρίσμα, ο Μάντερ θεωρεί ότι η αλλοτρίωση δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της διάχυτης αυταρχικότητας στις σύγχρονες κοινωνίες.

[2] Αλλοτρίωση και Κοινωνία

Σκουπιδάνθρωποι Στις σύγχρονες κοινωνίες συναντούμε διάφορα είδη αλλοτρίωσης:

α) την αλλοτρίωση της γενικής κοινωνίας, β) την αλλοτρίωση κοινωνικών ομάδων, γ) την αλλοτρίωση κοινωνικών θεσμών.

Σύμφωνα με τον Έριχ Φρομ η αλλοτρίωση παρουσιάζει διαφορές από πολιτισμό σε πολιτισμό τόσο στις ειδικές σφαίρες που αλλοτριώνονται όσο και ως προς την έκταση και την ποιότητα της διαδικασίας.

Η αλλοτρίωση όπως τη συναντάμε στη σύγχρονη κοινωνία είναι σχεδόν ολοκληρωτική. Διαποτίζει τη σχέση του ανθρώπου προς την εργασία, προς τα πράγματα που καταναλώνει, προς το κράτος, προς τους συνανθρώπους του και προς τον εαυτό του.

Ολόκληρο το δημιούργημα του ανθρώπου τον δεσπόζει και τον κυριαρχεί. Όσο περισσότερο ισχυρές και γιγαντιαίες είναι οι δυνάμεις που απελευθερώνει, τόσο περισσότερο ανίσχυρο νιώθει τον εαυτό του σαν ανθρώπινο ον. Βρίσκει αντιμέτωπο τον εαυτό του με τις ίδιες δυνάμεις που είναι ενσωματωμένες στα πράγματα που αυτός δημιουργεί, αλλοτριωμένες από τον εαυτό του. Διακατέχεται από τα δημιουργήματά του και έχει χάσει την ιδιοκτησία του εαυτού του.

Η αλλοτρίωση του ανθρώπου έχει σαν αποτέλεσμα την απώλεια των κοινωνικών δεσμών. Η σύγχρονη κοινωνία αποτελείται από ‘άτομα’, ‘μικρά σωματίδια’ αποξενωμένα το ένα από το άλλο, που όμως είναι το ένα ενωμένο με το άλλο με ατομικά συμφέροντα και με την ανάγκη να χρησιμοποιεί το ένα το άλλο.

Το γεγονός πως κυβερνιόμαστε από νόμους που δεν ελέγχουμε και που δεν επιθυμούμε να ελέγξουμε, είναι μια από τις πιο κατάφωρες εκδηλώσεις αλλοτρίωσης. Οι πράξεις μας ενσωματώνονται στους νόμους που μας κυβερνούν, αλλά οι νόμοι αυτοί βρίσκονται πάνω από μας και είμαστε σκλάβοι τους. Η σχέση του σύγχρονου ανθρώπου με το συνάνθρωπό του είναι σχέση μεταξύ δύο αφαιρέσεων, δύο ζωντανών μηχανών που χρησιμοποιούν η μία την άλλη. Αναφορικά με την αναγκαία συνθήκη για τη δημιουργία ουσιαστικών σχέσεων σε μια κοινωνία, ο Κοσμόπουλος αναφέρει ότι για να δημιουργηθεί και να αναπτυχθεί μια γνήσια και δημιουργική σχέση, πρέπει να μην πιέζεται το άτομο από άγχος, στενότητα χρόνου και τυποποίηση συμπεριφοράς.

Η εκ των έξω καθορισμένη και χρονικά τεμαχισμένη διανθρώπινη συνάντηση αποτελεί δυσμενή προϋπόθεση για την ανάπτυξη μιας ουσιαστικής σχέσης. Εκείνο που περισσότερο εμποδίζει την ανάπτυξη και τη λειτουργία αυτής της σχέσης, είναι η αλλοτρίωση της προσωπικότητας και η νευρωσική αυτο-αποξένωση του ατόμου.

Μια ακόμα έκφανση της αλλοτρίωσης σε μια κοινωνία είναι ο κομφορμισμός (να μην είναι διαφορετικός από τους άλλους). Ο πολιτισμός μας ενισχύει την τάση κομφορμισμού. Η κατάπνιξη των αυθόρμητων αισθημάτων και κατά συνέπεια της ανάπτυξης της αυθεντικής ατομικότητας, αρχίζει από πολύ νωρίς, από τα πρώτα στάδια της διαπαιδαγώγησης ενός παιδιού.
Το “προσαρμοσμένο” άτομο κατάντησε ένα άβουλο εξάρτημα της κοινωνικής μηχανής. Αλλοτριώθηκε τόσο, ώστε να θεοποιεί τα χαρακτηριστικά της σύνθετης και τεμαχισμένης ζωής και να επιζητεί την υπεραπασχόληση “επειδή εκεί βρίσκει τον εαυτό του”. Το άτομο αυτό δεν είναι σε θέση ν’ ακούσει τον άλλο, δεν ευκαιρεί ν’ ασχοληθεί προσωπικά μαζί του. Δυστυχώς αυξάνεται καθημερινά η μετατροπή του ανθρώπου σε μηχανή αναπαραγωγής του συστήματος που επικρατεί.

Ένα βασικό χαρακτηριστικό της αλλοτρίωσης είναι η απάθεια και η έλλειψη κοινωνικής ευαισθησίας. Ο Έριχ Φρομ αποδίδει αυτό το φαινόμενο στην αυξανόμενη διάσταση ανάμεσα στη νοητική λειτουργία και τη συγκινησιο-συναισθηματική εμπειρία. Δηλαδή στη διάσταση ανάμεσα στη σκέψη και το συναίσθημα, το μυαλό και την καρδιά, την αλήθεια και το πάθος.

Κυρίαρχο σύστημα στην αλλοτριωμένη κοινωνία είναι το γραφειοκρατικό. Οι εντολές, οι προτάσεις, ο προγραμματισμός ξεκινάνε από την κορυφή και κατευθύνονται προς τη βάση της πυραμίδας. Δεν υπάρχει χώρος για ατομική πρωτοβουλία. Τα άτομα είναι ‘περιπτώσεις’ όποιο κι αν είναι το πλαίσιο αναφοράς, περιπτώσεις που μπορούν να καταχωρηθούν σε μια καρτέλα κομπιούτερ χωρίς εκείνα τα ατομικά χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν τη διαφορά ανάμεσα σε ένα ‘πρόσωπο’ και σε μια περίπτωση. Η γραφειοκρατική μας μέθοδος δεν ‘αντιδρά’ στις ανάγκες, τις απόψεις και τις απαιτήσεις ενός ατόμου.

Ο γραφειοκράτης νιώθοντας τον εαυτό του μέρος της γραφειοκρατικής μηχανής, εκείνο που επιθυμεί πάνω απ’ όλα είναι να μην αναλάβει ευθύνη, δηλ. να πάρει αποφάσεις σχετικά με τις οποίες μπορεί να του ασκηθεί κριτική.

Η γραφειοκρατική μέθοδος δίνει στο άτομο το αίσθημα ότι δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να κάνει και να οργανώσει με δική του πρωτοβουλία χωρίς τη βοήθεια της γραφειοκρατικής μηχανής. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι να παραλύει η πρωτοβουλία του ατόμου και να δημιουργείται μια βαθιά αίσθηση ανικανότητας.

Αντίθετα από την αλλοτριωτική αρχή, η βασική αρχή της ανθρωπιστικής διαχείρισης είναι ότι παρά το μεγάλο μέγεθος των επιχειρήσεων, το συγκεντρωτικό προγραμματισμό, την κυβερνητική και τον αυτοματισμό, το ατομικό μέλος που συμμετέχει, καταξιώνεται απέναντι στους διευθυντές, τις περιστάσεις και τις μηχανές και παύει να είναι ένα ανίσχυρο μόριο που δεν έχει ενεργητικό ρόλο στη διαδικασία. Μονο με μια τέτοια επικύρωση της θέλησής του είναι δυνατόν να απελευθερωθούν οι ενέργειες του ατόμου και να αποκατασταθεί η πνευματική του ισορροπία.

Η ίδια αρχή της ανθρωπιστικής διαχείρισης μπορεί να εκφραστεί και μ’ αυτόν τον τρόπο: Ενώ στην αλλοτριωμένη γραφειοκρατία όλη η εξουσία ρέει από πάνω προς τα κάτω, στην ανθρωπιστική διαχείριση υπάρχει διπλό κύκλωμα. Οι ‘υποκείμενοι’, (δηλαδή όσοι βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο της γραφειοκρατίας), στις αποφάσεις που παίρνονται από πάνω αντιδρούν σύμφωνα με τη θέλησή τους και τα ενδιαφέροντά τους. Η αντίδρασή τους όχι μόνο φτάνει στους υψηλά ιστάμενους που παίρνουν τις αποφάσεις, αλλά και τους υποχρεώνει να αντιδράσουν με τη σειρά τους.

Αναφορικά με τις αξίες που επικρατούν στην αλλοτριωμένη κοινωνία ο Έριχ Φρομ αναφέρει ότι η αποξένωση οδηγεί στη διαστροφή όλων των αξιών και αυτή η αλλοίωση των αξιών επηρεάζει και θρυμματίζει τον κοινωνικό ιστό. Μ’ αυτό τον τρόπο η αλλοτρίωση κατακερματίζει την κοινωνική ζωή.

Έτσι, στην κατάσταση της αποξένωσης η οικονομία και η ηθική, δηλαδή η κάθε σφαίρα της ζωής, είναι ανεξάρτητη η μία από την άλλη και η καθεμιά ενσωματώνει έναν ξεχωριστό κύκλο της αποξενωμένης δραστηριότητας.

Οικονομοκρατία  Στην αλλοτριωμένη κοινωνία η ανθρώπινη δραστηριότητα κατευθύνεται από το κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Ο κοινωνικός χαρακτήρας του ανθρώπου εσωτερικεύει τις εξωτερικές επιταγές και έτσι κατευθύνει την ανθρώπινη ενεργητικότητα προς την πραγματοποίηση των εντολών του κυρίαρχου οικονομικού και κοινωνικού συστήματος.

Κι ενώ το σημαντικότερο είναι η δραστηριότητα του ανθρώπου αυτή καθεαυτή και η ικανοποίηση από αυτή τη δραστηριότητα, στον πολιτισμό μας συμβαίνει το αντίθετο. Παράγουμε όχι για την ικανοποίηση μιας συγκεκριμένης ανάγκης, αλλά για τον αφηρημένο σκοπό να πουλήσουμε τα εμπορεύματά μας. Ανάλογα θεωρούμε τις προσωπικές μας ιδιότητες και τα αποτελέσματα των προσπαθειών μας σαν εμπορεύματα που μπορούμε να πουλήσουμε για να αποκτήσουμε χρήματα, κύρος και δύναμη.

Έτσι το σημαντικότερο γίνεται όχι η ικανοποίηση από τη δημιουργική δραστηριότητα του παρόντος, αλλά το τελικό προϊόν. Μ’ αυτό τον τρόπο ο άνθρωπος χάνει τη μόνη ικανοποίηση που μπορεί να του δώσει πραγματική ευτυχία, την εμπειρία της δραστηριότητας του παρόντος.

Η διαστρέβλωση των αξιών, η απουσία νοηματοδότησης των δραστηριοτήτων, η έλλειψη αξιοκρατίας στον κοινωνικό βίο, η επιβολή εξουσίας και ελέγχου άνωθεν, όλα αυτά τα οποία είναι χαρακτηριστικά της αλλοτριωμένης κοινωνίας, οδηγούν στον αποπροσανατολισμό κυρίως των νέων.

Οι Γκάγιο Πέτροβιτς και Χόφμαν Αντόρνο μελετώντας το φαινόμενο της αλλοτρίωσης αναφέρουν ότι η έλλειψη προοπτικής της κοινωνίας και της ατομικής ύπαρξης, η απουσία του νοήματος της εργασίας, το βίωμα της αδυναμίας του πνεύματος απέναντι στη συμπαγή δύναμη των πραγματικών κοινωνικών εξουσιών, η εμπειρία ότι η προσωπική πρόοδος στη σημερινή κοινωνία εξαρτάται όλο και λιγότερο από την προσωπική απόδοση, η βαθιά αμφιβολία για τη σημασία της γνώσης και της μόρφωσης για τη ζωή, όλα αυτά δεν μπορούν παρά να ολοκληρώσουν την έλλειψη προσανατολισμού κυρίως των νέων ανθρώπων.

[3] Αλλοτρίωση και Εργασία

ΣκορπιόςΓια το Μαρξ η διαδικασία της αποξένωσης εκφράζεται στην εργασία και στον καταμερισμό της εργασίας (θεωρεί τη διανοητική δραστηριότητα καθώς και την καλλιτεχνική ή σωματική ενασχόληση, επίσης εργασία). α) Στη διαδικασία της εργασίας και ιδιαίτερα στην εργασία κάτω από τις συνθήκες του Κεφαλαιοκρατισμού (καπιταλισμού), ο άνθρωπος είναι αποξενωμένος από τις ίδιες του τις δημιουργικές δυνάμεις, β) Τα αντικείμενα της εργασίας του γίνονται ξένα προς αυτόν και τελικά τον κυριαρχούν καθώς γίνονται δυνάμεις ανεξάρτητες από αυτόν.

Ο άνθρωπος αναγκασμένος από τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες μέσα στις οποίες ζει, αντιμετωπίζει στοιχεία της φύσης του, όπως είναι η εργασία, ως αντικείμενα αγοραπωλησίας, επομένως ως πράγμα. Σαν εργάτης, υπάλληλος ή διευθυντής, ο σύγχρονος άνθρωπος έχει αλλοτριωθεί από την εργασία του. Δεν παίρνει μέρος στον προγραμματισμό της διαδικασίας ούτε και στα αποτελέσματα. Ο διευθυντής έχει γίνει γραφειοκράτης που χειρίζεται πράγματα, αριθμούς και ανθρώπινα όντα απλώς σαν αντικείμενα της δραστηριότητάς του. Η αλλοτριωμένη εργασία έχει σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία αρνητικών συναισθημάτων στον εργαζόμενο.

Ο Έριχ Φρομ θεωρεί ότι ο αλλοτριωμένος και έντονα μη ικανοποιητικός χαρακτήρας της εργασίας, οδηγεί σε δύο αντιδράσεις: Η μία είναι το ιδανικό της πλήρους τεμπελιάς. Η άλλη μια βαθιά ριζωμένη αν και συνήθως ασυνείδητη εχθρότητα προς την εργασία και προς όσα και όσους συνδέονται μαζί της.

Στην αλλοτριωμένη εργασία το άτομο χάνει την ελευθερία του, απονεκρώνεται, μηχανοποιείται, γίνεται ένα εξάρτημα ενός οικονομικοκοινωνικού ελεγκτικού μηχανισμού, αν βέβαια δεν αντιδράσει σ’ αυτό. Η εργασία γίνεται ολοένα και περισσότερο επαναληπτική και μηχανική καθώς οι προγραμματιστές, οι μελετητές των μικροκινήσεων και οι επιστημονικοί διευθυντές απαλλάσσουν ολοένα και περισσότερο τον εργάτη απ’ το δικαίωμά του να σκέφτεται και να κινείται ελεύθερα. Η ζωή καταργείται. Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα είναι η φυγή ή ο αγώνας από μέρους του εργάτη, η απάθεια ή η καταστροφικότητα.

Όταν ο άνθρωπος συμπεριφέρεται προς τη δική του δραστηριότητα σα να πρόκειται για μια ανελεύθερη δραστηριότητα, το κάνει επειδή τη βλέπει στην υπηρεσία και κάτω από την κυριαρχία, τον καταναγκασμό και το ζυγό ενός άλλου ανθρώπου. Για παράδειγμα, ο υπάλληλος που αποτελεί μέρος μιας τεράστιας μηχανής, το επάγγελμά του είναι στο έπακρο εξειδικευμένο και ο ίδιος βρίσκεται σε συναγωνισμό με εκατοντάδες άλλους στην ίδια θέση μ’ αυτόν, μετατρέπεται σε τροχό, πότε μεγαλύτερο πότε μικρότερο, ενός μηχανισμού που του επιβάλλει ένα ρυθμό εργασίας τον οποίο δεν μπορεί να ελέγξει.

Έτσι στην αποξενωμένη εργασία, οι εργαζόμενοι απλά κάνουν την εργασία που τους έχουν αναθέσει, δεν έχουν κανένα λόγο για το τι θα έπρεπε να γίνει. Δεν έχουν πλέον τις δικές τους σκέψεις και πράξεις, μετατρέπονται σε ρομπότ. Η εργασία γίνεται απλά ένα μέσον για να κερδίσεις τα προς το ζειν και δεν είναι ένας τρόπος όπου οι άνθρωποι δείχνουν τι είδους άνθρωποι είναι.

Για το Μαρξ η απονέκρωση μέσα στη διαδικασία της εργασίας σημαίνει αποξένωση από το προϊόν της εργασίας και από τις περιστάσεις, πράγμα που συνδέεται άμεσα με την αποξένωση του ανθρώπου από τον εαυτό του, από το συνάνθρωπο και από τη φύση. Στην αλλοτριωμένη εργασία ο εργαζόμενος δεν εκφράζει τον εαυτό του ως ολότητα αλλά τον αρνείται, καθώς δεν ικανοποιεί τις προσωπικές του ανάγκες και υποτάσσεται σε καταναγκαστικές καταστάσεις που υπαγορεύονται και ορίζονται έξω από αυτόν. Στην αποξενωμένη εργασία, οι άνθρωποι δεν είναι ελεύθεροι να παράγουν σε συμφωνία με τις δικές τους ανάγκες και επιθυμίες χρησιμοποιώντας τη φαντασία τους και τις ικανότητές τους με οποιοδήποτε τρόπο είναι απαραίτητος για να δημιουργήσουν αντικείμενα με αξίες χρήσης.

Ζωή όχι επιβίωση  Η αλλοτρίωση της εργασίας επισημαίνεται και στο ότι η εργασία είναι στον εργάτη εξωτερική, δεν ανήκει δηλαδή στη φύση του και κατά συνέπεια με την εργασία του δεν αποδέχεται τον εαυτό του αλλά τον αρνείται, δεν αισθάνεται ευχάριστα αλλά δυστυχισμένος, δεν αναπτύσσει καμιά ελεύθερη ψυχική και πνευματική ενέργεια αλλά ταλαιπωρεί τη φύση του και καταστρέφει το πνεύμα του. Γι αυτό ο εργάτης βρίσκει τον εαυτό του μόνο έξω από την εργασία και όταν εργάζεται είναι εκτός εαυτού. Γι αυτό η εργασία του δεν είναι εθελοντική αλλά αναγκαστική, καταναγκαστική εργασία. Έτσι η εργασία του δεν είναι η ικανοποίηση μιας ανάγκης, αλλά μόνο ένα μέσο για την ικανοποίηση αναγκών έξω απ’ αυτή. Τα αποτελέσματα της αποξενωμένης εργασίας δεν είναι εκφράσεις του ίδιου ατόμου. Το άτομο δεν αντιλαμβάνεται αυτό που κάνει σαν μια έκφραση του δικού του μοναδικού εαυτού. Αντίθετα αυτό που εκφράζει είναι μια ανάγκη για να κατορθώσει να αποκτήσει τα μέσα για επιβίωση.

Στη σημερινή γραφειοκρατική κοινωνία δημιουργούνται σχέσεις απρόσωπες μεταξύ γραφειοκρατών και λαού. Οι γραφειοκράτες είναι ειδικοί στη διαχείριση πραγμάτων και ανθρώπων. Λόγω του μεγέθους του μηχανισμού που πρέπει να διοικηθεί και της αφηρημενοποίησης που προκύπτει, η σχέση των γραφειοκρατών με το λαό είναι σχέση πλήρους αλλοτρίωσης. Οι διοικούμενοι είναι αντικείμενα τα οποία οι γραφειοκράτες βλέπουν χωρίς αγάπη, ούτε μίσος, αλλά εντελώς απρόσωπα.

Η αλλοτρίωση της εργασίας δημιουργεί μια κοινωνία διχασμένη σε αντίπαλες τάξεις και η συνείδηση του ανθρώπου θυσιάζεται στις σχέσεις παραγωγής. Κάθε κοινωνικό σχήμα που επιφέρει τον καταμερισμό της εργασίας -χωρίς να λογαριάζει τις ικανότητες και τις ανάγκες των ατόμων-, που καθορίζει τους ρόλους τους, τείνει να προσδένει τα άτομα στις εξωτερικές οικονομικές δυνάμεις. Έτσι η ζωή του ατόμου υποτάσσεται σε σχέσεις καθοριζόμενες από την οικονομία, άσχετα από τις υποκειμενικές του ικανότητες ή ανάγκες.

Ο κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας υποστηρίζει ο Μαρξ, δεν παίρνει διόλου υπ’ όψη του τις ιδιαίτερες κλίσεις των ατόμων και το συμφέρον του συνόλου, αλλά πραγματοποιείται σε πλήρη αρμονία με τους νόμους της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Κάτω από τους νόμους αυτούς, το προϊόν εργασίας, το εμπόρευμα, φαίνεται να καθορίζει τη φύση και το σκοπό της ανθρώπινης δραστηριότητας. Με άλλα λόγια, τα υλικά που θα έπρεπε να υπηρετούν τη ζωή, καταλήγουν να εξουσιάζουν το περιεχόμενό της και το σκοπό της και η συνείδηση του ανθρώπου θυσιάζεται εντελώς στις σχέσεις της υλικής παραγωγής.

Στην αποξενωμένη εργασία ο άνθρωπος δε νιώθει ικανοποίηση, αποξενώνεται από την ουσία της ζωής του είδους του και δεν αυτοπραγματώνεται. Ο Μαρκούζε αναφέρει ότι η εργασία στην αληθινή της μορφή είναι ένα μέσο για την αυθεντική αυτοεκπλήρωση του ανθρώπου, για την πλήρη ανάπτυξη των δυνατοτήτων του. Η συνειδητή χρησιμοποίηση των φυσικών δυνάμεων θα έπρεπε να συντελείται για την ικανοποίηση και την απόλαυση του ατόμου. Στην τρέχουσα μορφή της όμως η εργασία σακατεύει όλες τις ανθρώπινες ικανότητες και απαγορεύει την ικανοποίηση.

Σύμφωνα με το Μαρξ, στη μη αποξενωμένη εργασία, ο άνθρωπος πραγματώνεται όχι μόνο σαν άτομο, αλλά επίσης και σαν ον του είδους, ενώ με το να είναι αποξενωμένος από τα αντικείμενα της δουλειάς του και από τη διαδικασία της παραγωγής, αποξενώνεται από τον εαυτό του και δεν μπορεί να αναπτύξει ολοκληρωμένα τις άλλες πλευρές της προσωπικότητάς του.

Η αποξενωμένη εργασία είναι μια εργασία χωρίς νόημα για το άτομο, επειδή ο συνειδητός στόχος της είναι η ικανοποίηση των ατομικών αναγκών, οι οποίες για τον εργαζόμενο είναι περιορισμένες στις πιο απλές συνθήκες της σωματικής επιβίωσης. Έτσι η ζωή η ίδια φαίνεται σαν ένα μέσο ζωής. Οι εργαζόμενοι δουλεύουν μόνο για να συντηρήσουν τον παράλογο κύκλο της ύπαρξής τους. Κάνοντας τη ζωή του είδους το μέσο της ατομικής ζωής, η αποξενωμένη εργασία αποξενώνει το άτομο από την ίδια την ουσία του είδους του.

Στην αλλοτριωμένη εργασία το μοτίβο της επαναλαμβανόμενης ρουτίνας αναστέλλει τη γνωστική δραστηριότητα και την ανάδυση αισθητικής εμπειρίας. Η μετατροπή σε ρουτίνα περιορίζει το να αναδυθούν ευκαιρίες για αισθητική εμπειρία, μειώνει την ανάγκη για σκέψη και μ’ αυτόν τον τρόπο μειώνει από τη διαδικασία παραγωγής τη γνωστική δραστηριότητα, η οποία δίνει τη δυνατότητα να αναδυθεί η αισθητική εμπειρία.

Επιπρόσθετα στην αλλοτριωμένη εργασία κυριαρχεί το ενδιαφέρον για την αξία ανταλλαγής των προϊόντων αδιαφορώντας για την εκτίμηση της εσωτερικής τους αξίας και κατ’ επέκταση της εσωτερικής αξίας των ανθρωπίνων όντων. Παράγουμε και πουλούμε προϊόντα όχι επειδή έχουμε μια εσωτερική σχέση με την εσωτερική τους αξία, αλλά επειδή ενδιαφερόμαστε για την αξία ανταλλαγής τους. Όπως συσχετιζόμαστε μόνο με ένα κλάσμα του προϊόντος, την αξία ανταλλαγής, έτσι επίσης σε προσωπικούς συσχετισμούς συσχετιζόμαστε μόνο με ένα κλάσμα των άλλων ατόμων, όχι ανάλογα με την εσωτερική τους αξία σαν ανθρώπινα όντα.
Μια οικονομία βασισμένη πάνω στην κυριαρχία της αξίας ανταλλαγής, παράγει -σχεδόν απαιτεί- ανθρώπινες σχέσεις που χαρακτηρίζονται από την τάση προς την αποξένωση. Σε αντίθεση με τα παραπάνω, στη μη αποξενωμένη εργασία ο εργάτης παράγει πράγματα που είναι δική του ιδέα. Δικές του ανάγκες και θέλω για το πώς θα έπρεπε να καταλήξει να είναι το προϊόν.

Έτσι θα λέγαμε ότι στην αλλοτριωμένη εργασία, η βασική ιδέα του Μαρξ -ότι η εργασία είναι η ενεργητική σχέση του ανθρώπου προς τη φύση, είναι η δημιουργία ενός καινούργιου κόσμου που περιλαμβάνει και τη δημιουργία του ίδιου του ανθρώπου,- δεν εκφράζεται και δεν υλοποιείται.

Επιπρόσθετα, σε μια αλλοτριωμένη κοινωνία, η άποψή του για την πρόοδο και την ελευθέρωση της ανθρωπότητας, ότι δηλαδή η ανθρωπότητα ελευθερώνεται μόνο όταν η υλική συντήρηση της ζωής γίνεται λειτουργία των ικανοτήτων και της ευτυχίας συνεργαζομένων ατόμων, δεν πραγματώνεται.

[4] Ο Αλλοτριωμένος σύγχρονος άνθρωπος

Ρε; Κανείς;  Ο σύγχρονος άνθρωπος είναι αλλοτριωμένος, αποχωρισμένος από τον εαυτό του, τους συνανθρώπους του και τη φύση. Ο κύριος σκοπός του είναι η επωφελής ανταλλαγή των ικανοτήτων του, των γνώσεών του, του εαυτού του, του ‘δέματος’ της προσωπικότητάς του με άλλα αντίστοιχα ‘δέματα’ που κι αυτά προσφέρονται εξίσου για μια επωφελή ανταλλαγή.
Η ‘αξία’ του βρίσκεται στην εμπορικότητά του, όχι στις ανθρώπινες ιδιότητες της αγάπης και της λογικής, ούτε στις καλλιτεχνικές του ικανότητες .
Έτσι η αίσθηση που έχει για την αξία του εξαρτάται από εξωτερικούς παράγοντες με βάση την κρίση των άλλων. Μ’ αυτό τον τρόπο εξαρτάται από αυτούς τους άλλους και η ασφάλειά του βρίσκεται στον κομφορμισμό.

Το αλλοτριωμένο άτομο το μόνο καταφύγιο στο οποίο μπορεί να έχει ένα αίσθημα ταυτότητας, είναι ο κομφορμισμός. Ο μόνος τρόπος για να γίνει κανείς αποδεκτός είναι να μην είναι διαφορετικός από τους άλλους. Ο αλλοτριωμένος αισθάνεται ανίσχυρος, μοναχικός και νιώθει άγχος. Έχει πολύ λίγο την αίσθηση της ενότητας ή της ταυτότητας. Ο κομφορμισμός φαίνεται ότι αποτελεί το μόνο δρόμο για να αποφύγει το αφόρητο άγχος – και ακόμα και αυτός δεν τον ανακουφίζει πάντα από το άγχος.
Όμως στο βαθμό που ένα άτομο ενεργεί ομοιόμορφα, δεν μπορεί να ακούσει τη φωνή της συνείδησής του και πολύ περισσότερο να ενεργήσει σύμφωνα με τη συνείδησή του, αφού η συνείδηση από την ίδια τη φύση της δεν είναι κομφορμιστική.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό του αλλοτριωμένου, είναι ότι μεταποιεί τα πράγματα έξω απ’ αυτόν σε είδωλα, στα οποία υποτάσσεται και υποδουλώνεται. Είναι αλλοτριωμένος με την έννοια ότι οι ενέργειές του και οι δυνάμεις του έχουν αποξενωθεί από αυτόν. Βρίσκονται πάνω από αυτόν, έχουν στραφεί ενάντιά του και περισσότερο τον εξουσιάζουν παρά τις εξουσιάζει. Οι δυνάμεις της ζωής του έχουν μεταμορφωθεί σε πράγματα και θεσμούς και αυτά έχουν γίνει είδωλα. Τα νιώθει όχι σαν αποτέλεσμα των προσπαθειών του, αλλά σαν κάτι ξέχωρο απ’ αυτόν που το λατρεύει και στο οποίο υποτάσσεται. Τα είδωλά του παρουσιάζουν τις δυνάμεις της ζωής του με αλλοτριωμένη μορφή.

Ο αποξενωμένος άνθρωπος που πιστεύει πως έγινε κύριος της φύσης, έχει γίνει δούλος των πραγμάτων και των περιστάσεων και ανίσχυρο εξάρτημα ενός κόσμου που είναι συνάμα η απονεκρωμένη έκφραση των δυνάμεών του. Νιώθει τον εαυτό του όχι σαν ενεργητικό φορέα των δυνάμεών του και του πλούτου του, αλλά σαν ένα ‘πράγμα’ που εξαρτάται από άλλα πράγματα έξω από τον εαυτό του, στα οποία έχει προβάλλει τη ζωική του ουσία.

Τα κοινωνικά αισθήματα του αλλοτριωμένου ανθρώπου προβάλλονται στο κράτος. Καθώς έχει αναδείξει το κράτος σε ενσωμάτωση των κοινωνικών του αισθημάτων, λατρεύει το κράτος αυτό και τα σύμβολά του. Προβάλλει την αίσθησή του για τη δύναμη, τη σοφία και το θάρρος στους ηγέτες του και τους λατρεύει σαν είδωλά του. Έτσι δεν μπορεί να πραγματώσει την ιδέα της ελευθερίας. Την ελευθερία ο άνθρωπος μπορεί να την αποκτήσει με την ολοκλήρωση του εγώ του, με το να είναι ο εαυτός του.

Η αλλοτρίωση της σκέψης είναι μια άλλη ακόμα μορφή ανάλογη με την αλλοτρίωση της καρδιάς. Ο αλλοτριωμένος συχνά πιστεύει ότι έχει καλοσκεφτεί κάτι, ότι το συμπέρασμά του είναι καρπός της δραστηριότητας του δικού του στοχασμού. Η αλήθεια είναι ότι έχει αλλοτριώσει τον εγκέφαλό του στα είδωλα της κοινής γνώμης. Πιστεύει ότι οι φορείς αυτοί εκφράζουν τις σκέψεις του, ενώ στην πραγματικότητα δέχεται τις δικές τους σκέψεις σαν δικές του, επειδή τους έχει διαλέξει σαν είδωλά του, είναι οι θεοί του της σοφίας και της γνώσης. Γι αυτό ακριβώς είναι εξαρτημένος από τα είδωλά του και δεν έχει τη δύναμη να εγκαταλείψει τη λατρεία του. Είναι σκλάβος τους επειδή έχει εναποθέσει τον εγκέφαλό του σ’ αυτούς.

Η λογική απαιτεί μια συνάφεια και μια αίσθηση του εγώ. Αν είμαι μόνο παθητικός δέκτης εντυπώσεων, σκέψεων, γνωμών, μπορώ να τις συγκρίνω, να τις χειριστώ, αλλά δεν μπορώ να διεισδύσω σ’ αυτές. Μόνο αν είμαι Εγώ, αν δεν έχω χάσει την ατομικότητά μου μέσα στο Αυτό, μπορώ να σκέφτομαι, δηλαδή να χρησιμοποιώ τη λογική μου.

Η ποιότητα της σκέψης του αλλοτριωμένου ανθρώπου τον εγκλωβίζει από την αναζήτηση της αλήθειας καθώς παίρνει την πραγματικότητα σα δοσμένη και δε ρωτά τι βρίσκεται πίσω απ’ αυτή, γιατί τα πράγματα είναι όπως είναι και πού πάνε.

Αναφορικά με τις ηθικές αξίες, ο αλλοτριωμένος άνθρωπος κάνοντας τις οικονομικές δραστηριότητες και τις συναφείς μ’ αυτές αξίες – κέρδος, εργασία -υπέρτατη αξία της ζωής του, δεν κατορθώνει να αναπτύξει τις αληθινές ηθικές αξίες του ανθρωπισμού.

Η ψυχική υγεία του αλλοτριωμένου κλονίζεται και ο ίδιος δεν εκφράζει την προσωπικότητά του ως ολότητα. Ο νευρωτικός ενήλικος είναι ένα αλλοτριωμένο ανθρώπινο πλάσμα. Αισθάνεται όχι αρκετά δυνατό τον εαυτό του, είναι τρομοκρατημένος και γεμάτος ψυχικές αναστολές, επειδή δεν αισθάνεται να είναι ο ίδιος το υποκείμενο και η πηγή των ίδιων του των ενεργειών και εμπειριών. Είναι νευρωτικός επειδή είναι αλλοτριωμένος. Για να ξεπεράσει το συναίσθημα του εσωτερικού του κενού, διαλέγει ένα ανθρώπινο αντικείμενο πάνω στο οποίο ‘προβάλλει’ όλες τις ανθρώπινες αρετές, την αγάπη του, την ευφυΐα του, το θάρρος του κ.λ.π. Υποτάσσοντας τον εαυτό του σ’ αυτό το πρόσωπο -αντικείμενο, αισθάνεται να έρχεται σ’ επαφή με τις ίδιες του τις αρετές. Αισθάνεται δυνατός, σοφός, θαρραλέος, διασφαλισμένος. Το να χάσει αυτό το αντικείμενο, ισοδυναμεί με κίνδυνο να χάσει τον εαυτό του.

Οι μορφές κατάθλιψης, εξάρτησης και ειδωλολατρείας είναι άμεσες εκφράσεις ή αντισταθμίσματα αλλοτρίωσης. Αλλά και το φαινόμενο που χάνει κανείς το αίσθημα της ταύτισης με τον εαυτό του, – φαινόμενο που κατέχει κεντρική θέση στην ίδια τη ρίζα των ψυχοπαθολογικών φαινομένων -, είναι κι αυτό ένα αποτέλεσμα αλλοτρίωσης. Ακριβώς επειδή το αλλοτριωμένο άτομο έχει μεταβιβάσει τις δικές του συναισθηματικές και διανοητικές λειτουργίες σ’ ένα αντικείμενο έξω από τον εαυτό του, δεν έχει συνείδηση του ‘εγώ’, της ταυτότητάς του. Αυτή η έλλειψη αυτοσυνείδησης έχει πολλές συνέπειες. Η πιο βασική είναι το ότι δεν επιτρέπει να επιτευχθεί η ακεραιότητα της όλης προσωπικότητας, αφού αφήνει το άτομο διχασμένο μέσα του σε μια κατάσταση όπου του λείπει η ικανότητα να ‘θέλει ένα πράγμα’, ή όταν φαίνεται ότι θέλει ένα πράγμα, η θέλησή του δεν έχει δυναμική.

Ο αλλοτριωμένος νιώθει ενοχή. Αισθάνεται ένοχος επειδή συγχρόνως είναι και δεν είναι ο εαυτός του, επειδή είναι ζωντανός και συγχρόνως αυτόματο και πράγμα.
Έτσι το αλλοτριωμένο άτομο χάνει την ψυχική του υγεία, αφού σύμφωνα με την ανθρωπιστική άποψη, πρέπει να φτάσουμε σε μια διαφορετική αντίληψη για την ψυχική υγεία. Το ίδιο πρόσωπο που θεωρείται υγιές στις κατηγορίες ενός αλλοτριωμένου κόσμου, από την ανθρωπιστική άποψη φαίνεται σαν το πιο αρρωστημένο από τη σκοπιά της κοινωνικής ανεπάρκειας.

Η απάθεια που είναι βασικό χαρακτηριστικό του αλλοτριωμένου, επιτείνει την προσαρμογή. Η απάθεια του ανθρώπου στη βιομηχανική κοινωνία σήμερα είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά και παθολογικά χαρακτηριστικά του. Είναι ένα από τα συμπτώματα στο γενικό σύνδρομο που μπορεί να ονομάσει κανείς ‘σύνδρομο της αλλοτρίωσης’. Όντας απαθής, δε συνδέεται με τον κόσμο ενεργητικά και υποχρεώνεται να υποταχθεί στα είδωλά του και στις απαιτήσεις τους. Ο σύγχρονος άνθρωπος είναι παθητικός στο μεγαλύτερο μέρος του χρόνου της ανάπαυσής του. Μετατρέπεται σε παθητικό δέκτη των ερεθισμάτων, γίνεται ένα αυτόματο, ένα ρομπότ. Το σύγχρονο βιομηχανικό σύστημα κατόρθωσε να δημιουργήσει αυτό το είδος ανθρώπου. Είναι το αυτόματο. Ο αλλοτριωμένος άνθρωπος.

Έτσι το αλλοτριωμένο άτομο αποξενώνεται από την ουσία του είδους του. Η φράση του Μαρξ πως ο άνθρωπος είναι αποξενωμένος απ’ την ουσία του είδους του, σημαίνει πως ο ένας άνθρωπος είναι αποξενωμένος απ’ τον άλλο και πως όλοι είναι αποξενωμένοι απ’ την ανθρώπινη ουσία.

Ο αποξενωμένος άνθρωπος δεν είναι αποξενωμένος μονάχα προς τον άλλο άνθρωπο, αλλά είναι αποξενωμένος απ’ την ουσία του ανθρώπινου ‘Είναι’, δηλ. από την ‘ουσία του είδους’ του, τόσο ως προς τις φυσικές όσο και ως προς τις πνευματικές του ιδιότητες. Αυτή η αποξένωση από την ανθρώπινη ουσία οδηγεί σε έναν υπαρξιακό εγωισμό που ο Μαρξ τον περιγράφει σα μετατροπή της ανθρώπινης ουσίας σε μέσο συντήρησης της ατομικής ύπαρξης.

Η σχέση του αλλοτριωμένου με τον κόσμο είναι σχέση κατοχής, χρήσης και σκοπιμότητας. Όσο πιο αποξενωμένος είναι ο άνθρωπος, τόσο περισσότερη αίσθηση της κατοχής και της χρήσης θεμελιώνει στη σχέση του με τον κόσμο. Όσο λιγότερο εκφράζεις τη ζωή του είδους σου, τόσο περισσότερο αλλοτριωμένη είναι η ζωή σου.

Για τον αποξενωμένο οι άνθρωποι και τα πράγματα έχουν σημασία μόνο όσο μπορεί να τα χρησιμοποιήσει για του δικούς τους σκοπούς. Είναι αδιάφορος για τις υπόλοιπες πραγματικότητες που δεν τον αφορούν. Όσο περισσότερο προχωρά σ’ αυτό το διαχωρισμό, τόσο περισσότερο δημιουργεί το διαχωρισμό μέσα στον εαυτό. Αυτή η στάση του όμως, τον αποκόπτει από την κοινοτική ζωή. Δεν αισθάνεται μέρος της κοινότητας, αλλά είναι αποξενωμένος απ’ αυτή και τη χρησιμοποιεί για τους δικούς του σκοπούς. Αισθάνεται έναν διαχωρισμό ανάμεσα στην ύπαρξή του σαν άτομο και σαν πολίτης.

Ο αλλοτριωμένος δεν αξιοποιεί και δεν πραγματώνει τις εγγενείς του δυνατότητες γιατί απωθεί σημαντικά μέρη του εγώ του και οι διάφοροι τομείς της ζωής του δεν είναι ενωμένοι σ’ ένα σύνολο. Δηλαδή θα λέγαμε ότι, ακρωτηριάζοντας το εγώ του, διχάζοντας την προσωπικότητά του, δε λειτουργεί αυθόρμητα, δεν ενώνεται με τον κόσμο, δε νιώθει ελεύθερος, γιατί η αληθινή ελευθερία συνίσταται στην αυθόρμητη δραστηριότητα του συνόλου της ολοκληρωμένης προσωπικότητας.

Η αυθόρμητη δραστηριότητα είναι ελεύθερη δραστηριότητα του εγώ και συνεπάγεται ψυχολογικά την αυτόβουλη δραστηριότητα. Λέγοντας δραστηριότητα δεν εννοούμε το να κάνεις απλά κάτι, αλλά την ιδιότητα της δημιουργικής δραστηριότητας που μπορεί να εκδηλωθεί με τη συναισθηματική, πνευματική, αισθητική εμπειρία του ατόμου    και    με    την    ελεύθερη    βούλησή    του.

Μια προϋπόθεση αυτού του αυθορμητισμού είναι η έκφραση της προσωπικότητας στο σύνολό της και η εξάλειψη του διχασμού ανάμεσα σε ‘λογικό’ και σε ‘φύση’. Γιατί μόνο αν ο άνθρωπος δεν απωθεί τα ουσιαστικά μέρη του εγώ του, μόνο αν αποκαλυφθεί ολόκληρος στον εαυτό του και μόνο αν οι διάφοροι τομείς της ζωής του κατορθώσουν να ενωθούν σε ένα θεμελιώδες σύνολο, είναι δυνατή η αυθόρμητη δραστηριότητα. Η αυθόρμητη δραστηριότητα είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο μπορεί να υπερνικήσει τον τρόμο της μοναξιάς χωρίς να θυσιάσει την ακεραιότητα του εγώ του. Γιατί με την αυθόρμητη ολοκλήρωση του εγώ ο άνθρωπος ενώνεται και πάλι με τον κόσμο, με τον άνθρωπο, τη φύση και τον εαυτό του.

[5] Αλλοτρίωση και Εκπαίδευση

Αλλοτρίωση του σύγχρονου ατόμου  Οι διανθρώπινες σχέσεις που αναπτύσσονται μέσα σε αλλοτριωτικούς όρους κοινωνικής συναλλαγής, επηρεάζουν αρνητικά και τις σχολικές, επειδή ακριβώς εμπνέουν μια αντιφατική παιδαγωγική δεοντολογία.

Το εκπαιδευτικό μας σύστημα -που η πρόσοψή του είναι πάρα πολύ εντυπωσιακή, δεν είναι καθόλου εντυπωσιακό από την άποψη της ποιότητας.

Η εκπαίδευση χρησιμοποιείται ως εργαλείο κοινωνικής ανόδου ή στην καλύτερη περίπτωση ως βιοποριστικό εργαλείο, ενώ η διδασκαλία δίνεται με αλλοτριωμένη και εγκεφαλική μορφή.

Το σύγχρονο σχολικό σύστημα δε δημιουργεί συνθήκες διευκολυντικές για την αυτοπραγμάτωση των ατόμων. Ο Κοσμόπουλος στη Σχεσιοδυναμική του Προσώπου αναφέρει ότι ο εξουθενωτικός κοινωνικός ανταγωνισμός απειλεί την αυτοεκτίμηση του ατόμου και ότι το σύγχρονο σχολικό σύστημα δεν αναπτύσσει ολόπλευρα τη νεανική προσωπικότητα, ώστε να πούμε ότι ικανοποιείται η ύψιστη ανάγκη της «αυτοπραγμάτωσης».

Στον πολιτισμό μας η εκπαίδευση έχει ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση του αυθορμητισμού και την αντικατάσταση των πρωτότυπων φυσικών ενεργειών με εντυπωμένα συναισθήματα, σκέψεις και επιθυμίες (λέγοντας πρωτότυπα δεν εννοούμε ότι μια ιδέα δεν είχε συλληφθεί πρωτύτερα από κάποιον άλλο, αλλά ότι η γέννησή της στο άτομο, είναι το αποτέλεσμα της δικής του δραστηριότητας και μ’ αυτήν την έννοια αποτελεί δική του σκέψη).

Στα πρώτα στάδια της διαπαιδαγώγησής του το παιδί διδάσκεται να έχει αισθήματα που δεν είναι στο σύνολό τους ‘δικά’ του και ότι δεν κατορθώνει να πραγματοποιήσει η διαπαιδαγώγηση, το πετυχαίνει στη μετέπειτα ζωή του η κοινωνική πίεση.

Η ίδια διαστρέβλωση που παρατηρείται στα αισθήματα και στα συναισθήματα, παρατηρείται επίσης και στην πρωτότυπη σκέψη. Από τα πρώτα βήματα της διαπαιδαγώγησης, η πρωτότυπη νόηση αποθαρρύνεται και στο μυαλό των ανθρώπων εισάγονται έτοιμες σκέψεις.

Μερικές παιδαγωγικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται σήμερα, στην πραγματικότητα αποθαρρύνουν ακόμα περισσότερο την πρωτότυπη σκέψη. Η μια από αυτές είναι η έμφαση στην πολυμάθεια ή μάλλον στην ενημέρωση. Κυριαρχεί η παθητική προκατάληψη πως μαθαίνοντας κανείς ολοένα και περισσότερα γεγονότα, φτάνει στη γνώση της πραγματικότητας.

Μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα που επικρατεί σήμερα, η δυνατότητα της βαθιάς και ουσιαστικής επικοινωνίας ανάμεσα στους ανθρώπους φθίνει, παρ’ όλο που τα άτομα δείχνονται ικανά να εκφωνούν λόγους, να κάνουν εξωτερικές περιγραφές και να μεταφέρουν ειδήσεις και πληροφόρηση.

Οι Γκάγιο Πέτροβιτς και Χόφμαν Αντόρνο αναφέρουν ότι ενώ τα σχολεία εκπαιδεύουν τους ανθρώπους στην ομιλία, οι εκπαιδευμένοι γίνονται όλο και πιο μουγκοί. Μπορούν να βγάζουν λόγους, αλλά η ικανότητα να μιλούν μεταξύ τους φθίνει. Αυτό προϋποθέτει άξια μεταβίβασης εμπειρία, ελευθερία της έκφρασης, ανεξαρτησία και ταυτόχρονα σχέση. Στις φωνές αυτών που μιλούν συμβαίνει το εξής: μέχρι και ο λεπτότερος τονισμός τους αντικαθίστανται από έναν κοινωνικά προπαρασκευασμένο μηχανισμό.

Στο σχολείο αυτό που μαθαίνεται είναι μόνο η διαδικασία του προγράμματος σπουδών, στην οποία η γνώση διαχωρίζεται σε κάποια κουβάρια πληροφορίας που γράφεται από ειδικούς.

Κριτική στο θεσμό του σχολείου ασκούν οι αποσχολειοποιητές Illich και Reimer που υποστηρίζουν ότι η λειτουργία των σχολείων δεν έχει πολλή σχέση με την εκπαίδευση, αλλά ότι αφορά περισσότερο τη μύηση σε ότι βασικά είναι μύθοι ή κίβδηλες αξίες.

Νωθρός Νους  Σύμφωνα με τους αποσχολειοποιητές, τα σχολεία είναι παράγοντες κοινωνικής ανισότητας. Γενικά, εκείνο που εννοούν οι αποσχολειοποιητές, είναι ότι απαιτείται ουσιαστικά μια αλλαγή συνειδητότητας και αξιών. Χωρίς πια να κατηχούνται οι άνθρωποι από ένα γραφειοκρατικό εκπαιδευτικό σύστημα που είναι υπηρέτης της οικονομίας, θα είναι ελεύθεροι να επιλέξουν έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής. Η αποξένωση στο σχολείο εκφράζεται στην απομόνωση. Εξαιτίας της αποξένωσης γίνεσαι καχύποπτος προς αυτό το ίδρυμα εκπαίδευσης και ίσως να μπερδέψεις τη διδασκαλία με τη μάθηση, τη βαθμολογική εξέλιξη με την εκπαίδευση, ένα δίπλωμα με την ικανότητα.

Ο Ivan Illich κριτικάρει ότι η ιδρυματοποίηση αξιών οδηγεί αναπόφευκτα σε φυσική μόλυνση, κοινωνική πολικότητα και ψυχολογική ανικανότητα.

Σχετικά με τα θέματα διοίκησης της εκπαίδευσης, ο Γκότοβος αναφέρει ότι «σε μια κοινωνία με ιεραρχημένα τα κέντρα αποφάσεων σε θέματα εκπαίδευσης, οι σχετικοί κανόνες έχουν την αφετηρία τους έξω και πάνω από το σχολείο. Ο συγκεντρωτισμός στη διοίκηση της εκπαίδευσης σημαίνει ότι ο καθορισμός των βασικών κανόνων γίνεται σε κέντρα άσκησης της εξουσίας, τα οποία τοποθετούνται ιεραρχικά πιο πάνω από το επίπεδο πραγμάτωσης της παιδαγωγικής σχέσης.». Αναφορικά δε με την ιδεολογική λειτουργία της εκπαίδευσης, οι Κάτσικας-Καββαδίας αναφέρουν ότι η χωρίς παρεκκλίσεις ιδεολογική λειτουργία της εκπαίδευσης και παράλληλα ο πειθαναγκασμός του εκπαιδευτικού, διαμορφώνουν όρους υποταγής και ανελευθερίας στο σχολείο και στην εκπαίδευση.

Το ΥΠΕΠΘ προσπαθεί να απαντήσει στην εκπαιδευτική κρίση με ενίσχυση συγκεντρωτικών και ελεγκτικών μηχανισμών, απλώνοντας μέσα στο χώρο του σχολείου μια γραφειοκρατική ιεραρχία που αυξάνει τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς, καλλιεργεί το δημοσιοϋπαλληλικό χαρακτήρα και χειραγωγεί τον εκπαιδευτικό.

Πηγές:
αποσπάσματα από πτυχιακή μελέτη της Ασκληπιάδα Κυριάκου «Το φαινόμενο της αλλοτρίωσης αναφορικά με τον εκπαιδευτικό μέσα στο σχολικό σύστημα».
Πλήρες κείμενο σε μορφή pdf

Δες επίσης : Ο μηχανίστικος τρόπος ζωής (αστικοποίηση) απομάκρυνε τον άνθρωπο από τη φύση και τη φυσική ζωή

Πολιτική, πολιτικοί και Παραπλάνηση

Κριτκή Σκέψη , ΚΡΙΤΙΚΟΣ ΣΤΟΧΑΣΜΟΣ , ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ και ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ , Μεταμοντερνισμός – Σχετικισμός – Κονστρουκτιβισμός – Ρεαλισμός , ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΗΣΕΙΣ , Η κρίση έπληξε και το ίδιο το επαναστατικό υποκείμενο , Μαζική Κουλτούρα

Κοινωνική ταυτότητα – Κοινωνική αναπαράσταση – Στερεότυπα – Προκατάληψη

 

Tags: , , , , , , , , , , , ,

8 responses to “Το φαινόμενο της Αλλοτρίωσης

  1. ΔΕΣΠΟΙΝΑ

    24/02/2015 at 13:19

    Πώς είδε ένας “άγριος” φύλαρχος μιας φυλής ιθαγενών τον σύγχρονο δυτικό άνθρωπο; Η απάντηση σ’ ένα όμορφο, ευκολοδιάβαστο βιβλίο που τιτλοφορείται ” Ο ΠΑΠΑΛΑΝΓΚΙ”…
    http://duende-bite.blogspot.gr/2010/12/blog-post_26.html

    Like

     
  2. Αβερράνδος

    17/12/2017 at 23:57

    “Ο ηθικός πολιτισμός αναβλύζει απευθείας από τα ενδότερα ζωτικά μέρη της ψυχής και ποτέ δεν μπορεί να παραχθεί με τεχνικό σχεδιασμό.
    Η καλλιέργεια της αντίληψης του ανθρώπου όπως και κάθε άλλης ικανότητας του, επιτυγχάνεται χάρις την δραστηριότητα, την ευστροφία και την μέθοδο του να χρησιμοποιεί τις ανακαλύψεις των άλλων.
    Ο άνθρωπος δεν αξιολογείται από τα υλικά πράγματα που κατέχει αλλά από τη δράση του.
    Ότι δεν αναβλύζει από την ελεύθερη επιλογή του ή είναι επιβαλλόμενο και καθοδηγούμενο, δεν υπεισέρχεται στο είναι του και έτσι παραμένει αποκομμένος από την αληθινή του φύση. Δεν ενεργεί βάση των στοιχείων της ανθρώπινης του υπόστασης αλλά με σχεδόν μηχανιστική ακρίβεια. Και αν ένας άνθρωπος αντιδρα με μηχανικό τρόπο, βάση οδηγιών, στις εξωτερικές απαιτήσεις, παρά με τρόπους που καθορίζονται από τα ενδιαφέροντά του, την ενέργειά του και τις ικανότητές του, τότε εμείς μπορεί να θαυμάζουμε τα κατορθώματά του αλλά περιφρονούμε αυτόν τον ίδιο.“

    Like

     

Leave a comment

 

Discover more from + -

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading